Το καρτέλ της ελληνικής τηλεόρασης

Διάβαζα χθες στο Βήμα της Κυριακής τα νούμερα που δίνει η AGB για μια σειρά εκπομπών, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων φιλοξενούνται στα κρατικά κανάλια, και δε φτάνουν καν να συγκεντρώνουν διψήφιες τηλεθεάσεις. Πρόκειται για βραβευμένες στο εξωτερικό εκπομπές όπως ο Εξάντας του Γιώργου Αυγερόπουλου, μια σειρά ντοκιμαντέρ, υψηλής στόχευσης, τόσο καλλιτεχνικά όσο και δημοσιογραφικά, το αειθαλές Παρασκήνιο του Τάκη Χατζόπουλου και του Λάκη Παπαστάθη, καθώς και μιά χούφτα άλλων εκπομπών που μετά βίας αποκτούν το 5% της τηλεθέασης ήτοι 200.000 τηλεθεατές. Αν αφήσουμε κατά μέρος την ίδια την αναξιοπιστία των μετρήσεων και δούμε στο βάθος, θα αναρωτηθούμε γιατί η κοινωνία μας αρέσκεται να ψυχαγωγείται αποκλειστικά και μόνο με προϊόντα της ιδιωτικής τηλεόρασης.

Η θλίψη για την κατάντια της ελληνικής τηλεόρασης είναι εύλογη, όχι γιατί ποιοτικές εκπομπές δεν έχουν τηλεθέαση, αλλά γιατί δεν υπάρχει χώρος στην εγχώρια τηλεόραση για πιο ποιοτικές ή διαφορετικού περιεχομένου εκπομπές. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται το φαινόμενο, την ίδια ώρα να μεταδίδονται από διαφορετικά (ιδιωτικά) κανάλια, πανομοιότυπα προγράμματα, ή προγράμματα που «κάνουν πλάτες» σε επιτυχίες ανταγωνιστών τους. Την ίδια ώρα η κρατική τηλεόραση σαμποτάρεται απ’ τους πάντες με κάθε τρόπο. Η εξήγηση είναι απλή: η κατάσταση στην ελληνική τηλεόραση λειτουργεί με όρους καρτέλ. Την Κυριακή π.χ. το βράδυ ή θα βλέπεις ποδόσφαιρο ή κάποια χαζοταινία, την Παρασκευή ή τηλεπαιχνίδι ή χαζοταινία και πάει λέγοντας. Οι ίδιες οι ώρες της προβολής είναι αντικείμενο συνεννόησης μεταξύ των καναλιών, χωρίς καμία μέριμνα για τον τηλεθεατή (σιγά σιγά οι περισσότερες ενημερωτικές εκπομπές ξεκινούν ακριβώς τα μεσάνυχτα). Στην ελληνική τηλεόραση ο περίφημος ανταγωνισμός ισχύει μόνο κατ’ όνομα. Στην ουσία υπάρχει συνεννόηση για το μοίρασμα μιας (αρκετά) μεγάλης πίτας. Τα δελτία ειδήσεων και οι μεταγραφές των δημοσιογράφων σταρ είναι εύγλωτα σημάδια του τί συμβαίνει. Πρόκειται για μια κούρσα εκατομμυρίων που υπόσχεται μικρές διαφοροποιήσεις στο μοίρασμα της διαφήμισης και τίποτα άλλο. Μήπως πρέπει η περίφημη επιτροπή ανταγωνισμού να ελέγξει και τα ελληνικά Media; Ή έστω το ΕΣΡ;

Υποστηρίζεται ευρέως ότι υπάρχουν στην ελληνική επικράτεια περισσότερα κανάλια απ’ όσα επιτρέπει η αγορά. Αυτό όμως λένε όσοι γνωρίζουν πώς λειτουργεί ο εν λόγω χώρος, για να εξηγήσουν τις στρεβλώσεις του ελληνικού μοντέλου, δηλαδή το καρτέλ. Η χαμηλή ποιότητα των εκπομπών –δεν αναφέρομαι στο τεχνικό επίπεδο που βελτιώνεται διαρκώς- είναι μια επιλογή που γίνεται συνειδητά από τους άμεσα εμπλεκόμενους. Διαφημιζόμενοι, διαφημιστές, παραγωγοί, σκηνοθέτες κ.λπ. επιλέγουν να συνεργαστούν στη βάση μιας πλατφόρμας που βλέπει το τηλεοπτικό προϊόν ως συνοδευτικό των εμπορευμάτων που διαφημίζονται στα διαλείμματα ή και εντός του ίδιου του χρόνου τους. Η εξήγηση είναι και πάλι απλή. Η χρηματοδότηση όλων των εκπομπών γίνεται απ’ τη διαφήμιση και κατ’ επέκταση απ’ τον πελάτη, δηλαδή το διαφημιζόμενο: αυτοί εγκρίνουν ή απορρίπτουν ένα πρόγραμμα σε σημείο που πριν από μήνες ένας ηθοποιός δήλωσε ότι ένας διαφημιζόμενος άλλαξε το σενάριο εκπομπής που είχε αρχίσει να προβάλλεται.

Ο ανταγωνισμός λειτουργεί στη βάση μερικών εβδομάδων. Μόλις επικρατήσει ένα προϊόν τα άλλα κανάλια κόβουν τις «απέναντι» ανταγωνιστικές εκπομπές, και συνεχίζουν να «χτυπούν», άλλες ώρες. Έτσι, κάθε κανάλι έχει τα δυνατά και τα αδύνατά του σημεία, χωρίς να καταβάλλει προσπάθεια να αναβαθμίσει συνολικά το επίπεδο των εκπομπών του. Η προσπάθεια γίνεται στη βάση του χαμηλότερου κοινού παρανομαστή κι όχι στην καλλιέργεια εναλλακτικών ή καλύτερων προτάσεων. Όταν έχεις για παράδειγμα τον τάδε τηλεπαρουσιαστή δεν χρειάζεται να παίζεις και καλές ταινίες, ή αντίστροφα όταν ο «απέναντι» σταρ έχει τόσο μεγάλη τηλεθέαση εσύ δε βάζεις την ίδια ώρα κάτι αξιόλογο. Άτυπη ή όχι, η συμφωνία είναι ολοφάνερη: στην ελληνική ιδιωτική τηλεόραση δεν επιβιώνει τίποτα διαφορετικό. Και η απόδειξη είναι ότι δεν έχουμε παράξει ούτε ένα προϊόν, ούτε μια ιδέα που να την έχουμε πουλήσει στο εξωτερικό (με εξαίρεση βέβαια τα ντοκιμαντέρ του Αυγερόπουλου).

Πολλοί λένε ότι η τηλεόραση είναι ένα Μέσο που όλοι αγαπούν να μισούν. Προσωπικά δε συμμερίζομαι μια τέτοια άποψη. Η τηλεόραση είναι όντως ένα λαϊκό υπερμέσο με τεράστιες προοπτικές, αλλά και μεγάλους κινδύνους. Από μόνη της –ιδίως όταν είναι κλειστή – δε μπορεί να απειλήσει κανέναν. Αυτό που εκπέμπει όμως, καθώς και η παιδεία όσων τη βλέπουν, πρέπει πάντα να μας απασχολεί. Ο μύθος που λέει ότι «αυτά θέλει το κοινό» βολεύει όσους έχουν ευθύνη για την εικόνα της ελληνικής τηλεόρασης. Το κοινό, όταν δεν έχει εναλλακτικές επιλογές, θα δει ό,τι του σερβίρεις. Επιπλέον έχει εγκαθιδρυθεί μια νοοτροπία στην ελληνική τηλεόραση ότι το ποιοτικό είναι και βαρετό, επειδή οι διευθυντές προγράμματος βαριούνται μάλλον να δουν ντοκιμαντέρ του BBC ή της γαλλικής και της γερμανικής τηλεόρασης. Η απουσία στήριξης εναλλακτικών εκπομπών απ’ το καρτέλ της τηλεόρασης νομιμοποιεί σε μεγάλο βαθμό αυτό που ονομάζεται «σκουπίδια». Θα μπορούσε άραγε αυτό το καρτέλ να κρατά ψηλά τις τιμές του προϊόντος για τους διαφημιζόμενους και ταυτόχρονα να ανεβάζει όλο και πιο ψηλά την ποιότητα του προγράμματός του;

Θυμίζω ότι το προϊόν αρκεί να εγκριθεί απ’ τους διαφημιζόμενους και τους διαφημιστές. Οι θεατές παίζουν το ρόλο του βαρόμετρου σ’ ένα παιχνίδι που παίζεται με σημαδεμένα φύλλα. Οι παραγωγές που επιδοτούνται με χρήμα δυστυχώς δεν είναι εκείνες που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη να στηριχτούν. Η ανάγκη ελέγχου του περιεχομένου απ’ τους διαφημιζόμενους, αλλά κι απ’ τους ιδιοκτήτες των καναλιών, δημιουργεί στη χώρα μας ένα τηλεοπτικό σκηνικό απ’ το οποίο απουσιάζουν οι πραγματικά εναλλακτικές προτάσεις των δημιουργικών ανθρώπων. Σήμερα, αποφασίζει το καρτέλ με τη λογική των εκπτώσεων, και γι’ αυτό τουλάχιστον η κρατική τηλεόραση πρέπει να παίζει έναν άλλο ρόλο που θα κωφεύει στις σειρήνες του καρτέλ και θα μένει προσανατολισμένη στον κοινωνικό της ρόλο. Η ελληνική ιδιωτική τηλεόραση (με εξαίρεση το νεόκοπο Σκαϊ) σκάβει το λάκο της με το να σκέφεται μόνο τα νούμερα διότι έτσι ξεχνά ότι έχει και μεγάλο κοινωνικό ρόλο. Αυτό δύσκολα θα της συγχωρηθεί, όταν κάποια στιγμή αλλάξουν οι μηχανισμοί διακίνησης του προϊόντος.

Σε κάθε περίπτωση μπορούμε ακόμα να είμαστε αισιόδοξοι, αφού όντως τα πράγματα σιγά σιγά αλλάζουν. Ήδη το τέλος της τηλεόρασης όπως τη γνωρίζουμε, έχει προαναγγελθεί. Σε λίγα χρόνια το Διαδίκτυο θα έχει απορροφήσει την τηλεόραση, και τότε θα υπάρξει ξανά η ευκαιρία μιας εκ νέου διευθέτησης των Μέσων. Είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν διαμάχες και πολλές απ’ τις κυρίαρχες δυνάμεις στο σημερινό τοπίο θα επιχειρήσουν να παίξουν ρόλο αντάξιο της δύναμής τους. Εξίσου βέβαιο είναι ότι ο έλεγχος που θα ασκούν στο περιεχόμενο δε θα είναι τόσο εύκολος, ούτε και τόσο αποτελεσματικός, οπότε θα αναγκαστούν κατά κάποιο τρόπο να «ανοίξουν». Κάποιοι θα προσαρμοστούν ενώ κάποιοι άλλοι θα μείνουν έξω απ’ το παιχνίδι αρνούμενοι να συμβαδίσουν με τα νέα δεδομένα. Είναι θέμα χρόνου να ζήσουμε τις αλλαγές. Και βέβαια να τις επηρεάσουμε προς πιο πλουραλιστικές και εναλλακτικές κατευθύνσεις.

6 Comments

  1. Πολύ δυνατό και αναλυτικό το άρθρο σου, περιγράφει με ακρίβεια τα λύματα του οχετού των σύγχρονων ραδιοτηλεοπτικών αγωγών…

  2. @stavmanr Ευχαριστώ. Όμως χωράει κι άλλη ανάλυση, και περισσότερη ακρίβεια, καθώς τα λύματα όπως λες, είναι πολλά.

    @ζπ Ευχαριστώ για την πληροφορία, ήταν παράλειψή μου να μη τη βάλω στο κείμενο. Τί να ψάξουμε εκεί, έλα ντε.

  3. πάρα πολύ καίριες παρατηρήσεις.
    Το φάρμακο. Μια δυνατή, εναλλακτική και ανεξάρτητη δημόσια (ή κοινωνική) τηλεόραση.
    Για παράδειγμα το κανάλι της βουλής δεν πιάνει παντού.
    Πόσες καινούργιες ταινίες ποιότητας (όχι βαρικά κουλτούρα) μεταδίδει η καλομοιραΕΤΡ?
    Το αξιόλογο κανάλι της βΟυλής δεν «πιάνει» παντού…

  4. «Βαριά κουλτούρα»? Πάντως δε θα με χάλαγε να μπορώ να παρακολουθησω τανείες του Μπάλα Ταρ στην κρατική τηλεόραση.
    Χθες,ο γκουρού ονόματι Μπακογιαννόπουλος ,πρόβαλλε το ανεξάρτητο διαμαντάκι το «Clerks» Τέτοιες τανείες θα περίμενε να παρακολουθήσει κάποιος/α στα 2 «παλιά ιδιωτικά»,που μάλιστα στο 1 από αυτά είναι κι υπεύθυνος του φεστιβάλ του περιοδικού ΣΙΝΕΜΑ,αλλά κάπου εδώ σταματώ!

    Σόρρυ Μανώλη,αν το εξέτρεψα το σχόλιο…

    Υ.Γ.πλάκα πλάκα,τόσα ιστολόγια αλλά δεν έχω βρει κάποιο να «προωθεί» ταινείες που προβάλλει η τηλεόραση. Είμαι βέβαιος πως κάποιοι γκρινιάζουν για την κατάντια της ιδιωτικής,αλλά κρατικά δε βλέπουν ποτέ.Ίσως να φταίνε τα δημοτικά τέλη…

Γράψτε απάντηση στο N.Ago Ακύρωση απάντησης

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.