Διαβάζω σήμερα ότι το Πανεπιστήμιο Tufts εφηύρε ένα τσιπ, το οποίο επικολλάται στα δόντια και καταγράφει ως αισθητήρας τη χημική σύσταση των περιεχομένων που μπαίνουν στο στόμα. Ταυτόχρονα, αναλύει και στέλνει τα δεδομένα σε μια κινητή συσκευή. Η εφεύρεση έχει ιατρικό χαρακτήρα και ελπίζουν οι ερευνητές ότι θα σώσει πολλές ζωές. Οι εφαρμογές της επαφύονται στην ανθρώπινη δημιουργικότητα, δηλώνει ένας εκ των υπευθύνων του εργαστηρίου. Πράγματι, το τσιπάκι μπορεί να στείλει μήνυμα στο αυτοκίνητό σου, αφού έχεις πιει μερικά ποτά και να το κλειδώσει. Ή να προειδοποιήσει τους γιατρούς σου ότι τρως πολλά περισσότερα γλυκά απ’ όσο αντέχει το σύστημά σου. Κανείς δε θα αρνηθεί ότι στην ιατρική θα υπάρξουν πολλές επωφελείς χρήσεις από μια τέτοια τεχνολογία. Αλλά τι θα γίνει όταν τέτοιες συσκευές γίνουν ευρύτερα προσιτές στους πολίτες; Όταν θα μπορείς να κολλήσεις ένα τέτοιο αυτοκόλλητο σε οποιονδήποτε χωρίς να το καταλάβει;
Ζούμε σε μια κοινωνία παρακολούθησης. Έχουμε εθιστεί στην παρακολούθηση των άλλων και των εαυτών μας, έχουμε εξοικειωθεί να μας παρακολουθούν το καθετί, μας δίνει ασφάλεια προφανώς αυτό, κι είναι οικονομικά συμφέρον μάλιστα, κάνοντας πολλούς να μιλούν για την οικονομία της παρακολούθησης. Σε τι θα οδηγήσει όμως όλο αυτό; Ο άνθρωπος που ξέρει ότι τον παρακολουθούν τροποποιεί τη συμπεριφορά του, όχι πάντα προς το καλύτερο. Θα χάσουμε εντελώς την αυθεντικότητά μας; Θα γίνουμε όλοι ηθοποιοί στο Πανοπτικόν του Μπένθαμ; Ποιά είναι τα όρια της διαφάνειας; Δε θα αφήσουμε τίποτα κρυφό; Όλα θα γίνουν αντικείμενο προβολής και εκμετάλλευσης; Είμαστε διατεθειμένοι να πληρώσουμε τόσο υψηλό κόστος για να απαλλαγούμε απ’ το φόβο του θανάτου; Τα ερωτήματα είναι ατέλειωτα.
Στα αισθητηριακά μας όργανα προσθέτουμε τώρα τους τεχνητούς αισθητήρες. Εκχωρούμε ακόμα και την πιο μοίχια σκέψη μας στις μηχανές και παραχωρούμε αβίαστα κάθε δυνατή ιδιωτικότητα. Κι έτσι νιώθουμε ασφαλείς. Στα γυάλινα κουτιά μας. Ας το σκεφτούμε όσο ακόμα υπάρχει λίγος χρόνος μπροστά μας.