Πριν από 10 χρόνια έγραψα και δημοσίευσα δύο βιβλία τα οποία σχετίζονταν με το δημόσιο χώρο και τη διαφήμιση. Τα ‘σχέδια πόλης’ ήταν ένα είδος έντυπου ντοκιμαντέρ που κατέγραφε τον ανταγωνισμό γκραφιτάδων και διαφημιστών για την κυριαρχία στο δημόσιο χώρο, ενώ η ‘πέμπτη εξουσία’ επιχειρούσε να δομήσει έναν αντίλογο στο διαφημιστικό μονόλογο, κυρίως μέσα απ’ την υπεράσπιση της ανεξάρτητης δημοσιογραφικής σκοπιάς.
Σήμερα, 10 χρόνια μετά, δεν έχουν αλλάξει πολλά. Σίγουρα η υπαίθρια διαφήμιση έχει υποχωρήσει παραπάνω από αισθητά χάρη στις συντονισμένες ενέργειες μιας χούφτας ανθρώπων και της βούλησης του Γιώργου Παπανδρέου,αλλά ο δημόσιος χώρος εξακολουθεί να είναι το προνομιακό πεδίο άσκησης εξουσίας τόσο των ατάκτων όσο και όσων έχουν την οικονομική δύναμη να τον εκμισθώσουν, νόμιμα ή παράνομα. Η μεγάλη βέβαια αλλαγή είναι ότι οι προβληματικές του δημόσιου χώρου έχουν τώρα μεταφερθεί με μεγαλύτερη ένταση στο Διαδίκτυο.
Τον Ιούλιο του 2006 διοργανώσαμε μαζί με τον εκδοτικό οίκο που έβγαλε τα δυο βιβλία, τη Νεφέλη, μια εκδήλωση για τα βιβλία και καλέσαμε ένα δημοσιογράφο κι έναν πολιτικό για να τα παρουσιάσουν. Μου έκαναν την τιμή να μιλήσουν ο δημοσιογράφος Θανάσης Αντωνίου κι ο υποψήφιος τότε δήμαρχος Αθηναίων, και νυν πρωθυπουργός της χώρας, Αλέξης Τσίπρας. Δείτε πόσο ενδιαφέροντα είναι αυτά που λένε μέσα απ’ το πρίσμα μιας δεκαετίας μετά.
Όσο με αφορά, 10 χρόνια μετά, έχοντας εμπλουτίσει την οπτική μου, κατανοώ ότι η επιθετικότητά μου εκείνη την εποχή ήταν τελικά ωφέλιμη. Αν δεν είχα εκείνη την αφετηρία πιθανότατα δε θα εμπλεκόμουν στην κίνηση ενάντια στην παράνομη υπαίθρια διαφήμιση, δε θα είχα κάνει τις ‘φονικές διαφημίσεις’, και δε θα είχα βοηθήσει στο να υπάρξει ένα μετρήσιμο αποτέλεσμα που σώζει ανθρώπινες ζωές. Σίγουρα το βιβλίο μου ήταν αρκετά σκληρό. Μπορεί να μη δημιούργησε μεγάλη συζήτηση, μπορεί να γράφτηκαν λίγα για το θέμα του, αλλά βοήθησε έστω να ευαισθητοποιηθούν κάποιοι άνθρωποι και να δοθεί μια λύση στο πρόβλημα της παράνομης υπαίθριας διαφήμισης. (περισσότερα…)
Πριν από μερικούς μήνες αποδέχτηκα την πρόταση των εκδόσεων Μεταίχμιο να μεταφράσω το βιβλίο του Jeff Jarvis, “What Would Google Do?”. Η εμπειρία της μετάφρασης ήταν πολύ ενδιαφέρουσα, αν κι αρκετά απαιτητική και τολμώ να πω κοπιαστική. Την περίοδο που μετέφραζα το βιβλίο έτυχε να πάω στις Η.Π.Α και να κανονίσω μια συνέντευξη με τον Jarvis. Μου την παραχώρησε την τελευταία ημέρα της παραμονής μου στη Νέα Υόρκη. Επί μια ώρα είχα μποροστά μου έναν πολύ ευγενικό κι ανοιχτό άνθρωπο, με χαμόγελο και ριζοσπαστικές ιδέες, έναν οραματιστή του Διαδικτύου, να απαντά στις ερωτήσεις μου και να μιλά με θέρμη για το βιβλίο του. Ήταν απολαυστικός.
Το βίντεο έγινε για λογαριασμό των εκδόσεων Μεταίχμιο, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου “Τι θα έκανε η Google;” του Jeff Javis σε δική μου μετάφραση, το οποίο κυκλοφορεί σήμερα στα βιβλιοπωλεία. Σας συστήνω ανεπιφύλακτα να το διαβάσετε, μπορεί να γίνει πηγή έμπνευσης για τους ζοφερούς αυτούς καιρούς που περνάμε. Εννοείται ότι είμαι ανοικτός σε σχόλια για τη μετάφραση ή οτιδήποτε άλλο. Στην αρχή του βιβλίου, υπάρχει κι ένα δικό μου προλογικό σημείωμα που έχει εγκριθεί απ’ το συγγραφέα. Περισσότερα για το βιβλίο, μπορείτε να δείτε εδώ. Φυσικά, θα επανέλθω…
*Θέλω να ευχαριστήσω τον κ. Παπαγεωργίου των εκδόσεων Μεταίχμιο που μου εμπιστεύτηκε τη μετάφραση κι ήταν άψογος σε όλη τη διάρκεια της συνεργασίας για την έκδοση. Για τον Jarvis ό,τι και να πω θα είναι λίγο…
Σ’ ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του στο περιοδικό Wired (που πρέπει κατά τη γνώμη μου να διαβαστεί προσεκτικά), ο μπλόγκερ Joel Johnson προσπάθησε να επαναφέρει στην κουβέντα ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον θέμα στο προσκήνιο. Ταξίδεψε μέχρι την Κίνα, στο εργαστήριο του πλανήτη, εκεί που συναρμολογούνται τα ακριβά μας γκάτζετ, και πιο συγκεκριμένα σ’ ένα εργοστάστιο της εταιρείας Foxconn (η οποία έχει 1 εκατομμύριο υπαλλήλους) για να πάρει απαντήσεις σχετικά με τις αυτοκτονίες 17 υπαλλήλων το τελευταίο διάστημα. Όσοι θα διαβάσετε το άρθρο δε χρειάζεστε ειδική διαμεσολάβηση, έτσι κι αλλιώς ο σκοπός αυτής της ανάρτησης δεν είναι να μεταφράσω το κείμενο. Εδω θέλω απλά να αποκωδικοποιήσω λίγο το μείζον διακύβευμα του κειμένου και να πω τη γνώμη μου.
Πρώτα απ’ όλα, ο αρθρογράφος, έκανε τη δουλειά του δημοσιογράφου, αλλά το γεγονός ότι πήγε συνοδευόμενος από άτομο των Δημοσίων Σχέσεων και Στελέχη της εταιρείας, δεν του άφησε μεγάλο περιθώριο ελιγμών. Ωστόσο, ακόμα κι έτσι, κάποια πράγματα του ήταν ορατά. Τα δίχτυα που τοποθετήθηκαν, μετά τις 17 αυτοκτονίες υπαλλήλων, μιλούν από μόνα τους. Αλλά τα περισσότερα που είδε ο Johnson, λέει ο ίδιος, θα μπορούσε να τα είχε δει σε οποιοδήποτε εργοστάσιο στον κόσμο. Αυτό που πιθανότατα δεν θα είχε δει, ήταν η ατμόσφαιρα σιωπής και συγκάλυψης. Όπως αναφέρει στο άρθρο, ένας ρεπόρτερ Κινέζικης εφημερίδας δούλεψε ως μυστικός στο εργοστάσιο κι έγραψε μετά για συνθήκες απελπισίας… Κι έπειτα σιωπή.
Δίχτυα ασφαλείας. Πηγή: Wired
Η εικόνα που φτιάχνει ο Johnson, μπορεί να μην είναι ζοφερή, όπως θα περίμενε κανείς, αλλά εγείρει ένα σοβαρότατο θέμα: υπό ποιές συνθήκες παράγονται τα τεχνολογικά γκάτζετ που απολαμβάνουμε στη Δύση; «Μήπως το iPhone μου σκότωσε αυτούς τους 17 ανθρώπους;» αναρωτιέται ο μπλόγκερ Johnson. Η απάντηση στο τέλος του άρθρου είναι καταφατική. Έστω και λίγο, ναι, αγοράζοντας ένα προϊόν που βγήκε απ’ το εργοστάσιο που αυτοκτόνησαν 17 άνθρωποι, συνέβαλα κι εγώ να τους φέρω ένα ακόμα βήμα προς την απελπισία, λέει. Τα εξαντλητικά ωράρια και η έλλειψη συνδικάτων, επισημαίνονται ως δύο σοβαρότατοι παράγοντες, χωρίς να είναι βέβαια οι μόνοι. Η πληροφόρησή μας σχετικά δεν είναι καθόλου μα καθόλου αρκετή: το καθεστώς δεν είνα φιλικό στη διαφάνεια. Αλλά ο δυτικός καταναλωτής πρέπει να γνωρίζει. Πρέπει να γνωρίζει αν θα έχει ήσυχη τη συνείδησή του, όταν καταναλώνει προϊόντα made in China.
Οι συνθήκες παραγωγής των προϊόντων δεν είναι μια παρεπίμπτουσα λεπτομέρεια. Δείχνουν αν ένα σύστημα είναι ανθρώπινο ή όχι. Το να ανεχόμαστε, ή και να εκμεταλλευόμαστε τις πολυτέλειες που μας δίνει η απάνθρωπη εκμετάλλευση του αναπτυσσόμενου κόσμου, κοιτάζοντας αδιάφορα τις οθόνες των γυαλιστερών μας γκάτζετ, μάλλον μας αποκτηνώνει παρά μας εξανθρωπίζει. Επιπλέον, οι συνθήκες της Κίνας, συχνά δεν είναι και τόσο μακριά μας, απλά εκεί η κλίμακα είναι πολύ μεγαλύτερη. Δεν προτείνω κάποια σπασμωδική λύση, ούτε κάποια νηστεία, ή αποχή. Νομίζω ότι αρχικά πρέπει να συζητήσουμε, να πληροφορηθούμε, να ανοιχτούμε στην παγκόσμια διάσταση αυτών των προβλημάτων, και να ενεργοποίησουμε τη συνείδησή μας απέναντι σε τάσεις που μας θέλουν άβουλους, αδίστακτους κι αδιάφορους καταναλωτές. Γιατί όντως πολλά απ’ αυτά τα γκάτζετ μπορούν να γίνουν πολύ χρήσιμα, να μεταφέρουν γνώση, να βοηθήσουν στην επικοινωνία, στην εκπαίδευση, σε πολλά πεδία, αλλά πρέπει και τα ίδια να είναι αποτέλεσμα των αξιών και των αρχών που επικαλούνται για το περιεχόμενό τους. Θέλω να πω ότι το να ευαγγελιζόμαστε μια δικαιότερη κοινωνία διαμέσου των καινούργιων εργαλείων, μας υποχρεώνει να μην αδιαφορούμε για τις άθλιες ή άδικες συνθήκες κάτω απ’ τις οποίες παράγονται αυτά τα εργαλεία. Όταν ακόμα κι ένας άνθρωπος αυτοκτονεί σ’ ένα χώρο δουλειάς, ολόκληρη η κοινωνία, πρέπει να αναλογιστεί τις ευθύνες της και να πράξει για να αποτρέψει επόμενες αυτοκτονίες. Τα δίχτυα ασφαλείας αντιμετωπίζουν το σύμπτωμα. Νομίζω ότι πρέπει ταυτόχρονα να αντιμετωπίσουμε και τις αιτίες.
Και μια τελευταία σημείωση. Επειδή πολλές εταιρείες αρχίζουν να επικαλούνται μια θολή Εταιρική Κοινωνική Υπευθυνότητα, ιδού πεδίο δόξης (και σαφήνειας) λαμπρό: οι συνθήκες εργασίας.