Τις τελευταίες ημέρες διεξάγεται στη χώρα μας ένας ευρύς δημόσιος διάλογος σχετικά με το παρόν και το μέλλον του Τύπου. Πότε άτακτα και πότε πιο συγκροτημένα, πλήθος εμπλεκόμενων διαλέγεται και μονολογεί, όπως κάνω εγώ αυτή τη στιγμή, επάνω στα μείζονα και στα ελάσσονα ερωτήματα, τις προκλήσεις και τα πρόσκαιρα πιθανώς αδιέξοδα που γεννά η σταδιακή αλλαγή αυτού που γνωρίζαμε ως τώρα με τη μορφή της εφημερίδας, του περιοδικού ή ακόμα και της τηλεόρασης ή του ραδιοφώνου. Η αλλαγή αυτή επισυμβαίνει σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας μιας τεχνολογικής μετατόπισης. Το διαδίκτυο και οι ευρυζωνικές συνδέσεις τείνουν να ολοκληρώσουν και να γενικεύσουν μια καινούργια κατάσταση στο τοπίο των Μέσων, που οργανώνεται γύρω απ’ την οθόνη, τα δίκτυα, τις άυλες αξίες, και την τεχνολογική καινοτομία. Τα διακυβεύματα είναι πολλά και θα χρειαστεί αρκετός χρόνος ώστε να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα. Προς το παρόν μπορούμε μόνο να προσθέτουμε θραύσματα, προβληματισμούς, να εικάζουμε και να δημιουργούμε παραδείγματα. Να εκκινούμε διαλόγους. Υπό αυτό το πρίσμα, γιορτάζω κάθε αφορμή για διάλογο, κάθε απόπειρα άρθρωσης λόγου, κάθε απόπειρα έρευνας, διερωτήσεων, στοχασμού, αναλύσεων, συνθέσεων και αναμοχλεύσεων. Δε συμφωνώ καθόλου με την άποψη που αντιμετωπίζει τα πράγματα αφ’ υψηλού, στο στυλ τι νέο έχουν τώρα να μας πουν αυτοί. Κάθε νέα συζήτηση, κάθε νέα έρευνα, κάθε νέα γνώμη και τοποθέτηση, λαμβάνει θέση στον καμβά της αναζήτησης νοήματος, και γι’ αυτό κατά τη γνώμη μου πρέπει να ενθαρρύνεται. Οι απόψεις που θέλουν μόνο τους ειδικούς ή τους ειδήμονες να συζητούν, κεκλεισμένων των θυρών, εκτός από ελιτίστικες, είναι αντιδημοκρατικές και εχθρικές προς το μοίρασμα της γνώσης. (περισσότερα…)