5 βιβλία που ξεχώρισα το 2025

Όπως κάνω κάθε χρόνο απ’ το 2012 έτσι και φέτος παραθέτω μερικά απ’ τα βιβλία που ξεχώρισα μέσα στην χρονιά. 

Η γενιά του άγχους, Τζόναθαν Χάιντ

Στο cover story του περιοδικού «Κ», τον Ιανουάριο του 2024, αναρωτιόμουν αν είναι ώρα να απαγορευτούν τα σόσιαλ μίντια στα παιδιά κάτω των 16 ετών. Η σκέψη αυτή είχε γεννηθεί μετά την απόφαση του τότε πρωθυπουργού της Μεγάλης Βρετανίας να περιορίσει την πρόσβαση των εφήβων στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης. Η συζήτηση με οδήγησε τότε στον εξέχοντα κοινωνικό ψυχολόγο Τζόναθαν Χάιντ, τον επιστήμονα που έχει πραγματοποιήσει τη μεγαλύτερη μέχρι σήμερα μετα-ανάλυση των δεδομένων για τις επιπτώσεις των σόσιαλ μίντια στην ψυχική υγεία των νέων.

Λίγους μήνες αργότερα, την άνοιξη του 2024, κυκλοφόρησε το βιβλίο του Η γενιά του άγχους, στο οποίο συγκέντρωσε τα επιχειρήματα, τις έρευνες και τα δεδομένα του, καταλήγοντας σε ένα σαφές συμπέρασμα: τα παιδιά κάτω των 16 ετών δεν έχουν κανένα όφελος από τα σόσιαλ μίντια και γι’ αυτό πρέπει να προστατευτούν. Το βιβλίο έγινε αμέσως μπεστ σέλερ, κερδίζοντας την προσοχή του Μπαράκ Ομπάμα, του Μπιλ Γκέιτς, αλλά και του Έλληνα πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη. Πρόσφατα, το βιβλίο κυκλοφόρησε και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Παπασωτηρίου, και με αυτή την αφορμή είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω με τον Αμερικανό καθηγητή της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων Stern του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Μόλις συνδεθήκαμε διαδικτυακά, του εξέφρασα την ευγνωμοσύνη μου για το έργο του και του έδειξα μερικά βιβλία της βιβλιοθήκης μου στα οποία αναφέρεται και ο ίδιος, όπως Η γενιά της ντοπαμίνης της Άννα Λέμπκε (συνέντευξη στο «Κ», Αύγουστος 2023), Τα αμερικανικά κορίτσια της Νάνσι Τζο Σέιλς, Η γενιά του Ίντερνετ της Τζιν Τουίνγκι και Η αξία της προσοχής του Γιόχαν Χάρι (συνέντευξη στο «Κ», Ιούλιος 2024). «Είναι όλα εξαιρετικά», μου είπε χαμογελώντας. Εδώ μπορείτε να διαβάσετε τη συνέντευξη.

Ο πόλεμος των σκουπιδιών, Αλεξάντερ Κλαπ, Εκδ. Δώμα

Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Αλεξάντερ Κλαπ ζει τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα. Το πρόσφατο βιβλίο του «Ο πόλεμος των σκουπιδιών» είναι ένα δυνατό δείγμα ερευνητικής δημοσιογραφίας, από εκείνα που αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο βλέπεις τον κόσμο. Μετά την ανάγνωσή του, δύσκολα θα ξαναδείτε τα σκουπίδια με τον ίδιο τρόπο.

– Κατ’ αρχάς, μας λέτε συνοπτικά τι πραγματεύεται το βιβλίο σας;

– Οι άνθρωποι πάντα παρήγαν σκουπίδια. Oμως, στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου άρχισε να συμβαίνει κάτι πρωτοφανές: αντί να καταλήγει στην κοντινότερη χωματερή, μεγάλο μέρος των απορριμμάτων άρχισε να ταξιδεύει σε άλλες ηπείρους, ακόμη και σε ωκεανούς. Τα σκουπίδια μετακινούνται δυσανάλογα από τις πλούσιες χώρες προς τον Νότο, στις φτωχότερες περιοχές του κόσμου, όπου καταστρέφουν παρθένους τόπους και βλάπτουν ανυποψίαστους πληθυσμούς. Πώς και γιατί αυτά τα άχρηστα αντικείμενα γέννησαν μια τεράστια, παγκόσμια οικονομία δισεκατομμυρίων; Και πώς τα απορρίμματα –κυριολεκτικά το κατάλοιπο της ανθρωπότητας– έγιναν αντικείμενο γεωπολιτικής έντασης μεταξύ πλούσιων και φτωχών κρατών; Ο «Πόλεμος των σκουπιδιών» αφηγείται αυτές τις συγκρούσεις γύρω από τα σκουπίδια σε όλο τον κόσμο. Κάποιες έχουν ηπειρωτική κλίμακα, άλλες είναι μεθοριακά επεισόδια. Κοινό τους στοιχείο: Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι συμβαίνουν.

Εδώ η υπόλοιπη συνέντευξη.

The AI con, Έμιλι Μπέντερ & Κρις Χάνα

Η υστερία, το λεγόμενο hype, γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη είναι μια απάτη που αποσκοπεί στον πλουτισμό και την ενδυνάμωση μιας μικρής ομάδας ανθρώπων. Αυτό ισχυρίζονται οι συγγραφείς Εμιλι Μπέντερ και Αλεξ Χάνα στο πολύ επίκαιρο βιβλίο τους «The AI Con: How to Fight Big Tech’s Hype and Create the Future We Want», που κυκλοφόρησε πρόσφατα στις ΗΠΑ.

Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι η «ΑΙ» είναι ένας όρος του μάρκετινγκ που δεν αναφέρεται σε ένα συνεκτικό σύνολο τεχνολογιών. Απ’ την αρχή, ο όρος υιοθετήθηκε για να προσδώσει μεγαλύτερο κύρος σ’ ένα πεδίο με πολύ αβέβαιη εξέλιξη. Θα ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα αν σήμερα αναφερόμασταν στο ChatGPT απλά σαν ένα «στατιστικό μοντέλο». Με τον όρο «ΑΙ» οι κατασκευαστές και οι πωλητές της μοιάζουν υπεράνθρωποι και οι τεχνολογίες τους δείχνουν να κάνουν πράγματα που έως τώρα απαιτούσαν ανθρώπινη κρίση, αντίληψη ή δημιουργικότητα. Μ’ άλλα λόγια, ρίχνουν ψηφιακή στάχτη στα μάτια μας.

Η Τ.Ν. εμφανίζεται δημόσια είτε σαν πανάκεια ή σαν μια δυνητική υπεραπειλή, υποστηρίζουν οι Αμερικανίδες. Στη δημόσια σφαίρα αντιμάχονται δύο φαινομενικά ανταγωνιστικά στρατόπεδα που ερίζουν για το παρόν και το μέλλον της. Απ’ τη μια είναι οι «Doomers», αυτοί που φοβούνται την καταστροφή από την Τ.Ν., και οι «Boosters», αυτοί που είναι υπερενθουσιώδεις με την Τ.Ν. Αυτές οι δύο ομάδες, σύμφωνα με τις Μπέντερ και Χάνα, είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, καθώς αμφότερες πιστεύουν ότι η ανάπτυξη της Τ.Ν. είναι αναπόφευκτη, και οπωσδήποτε ωφέλιμη, κάτι με το οποίο διαφωνούν κάθετα. Η θρυλούμενη απειλή των συστημάτων Τ.Ν., το επονομαζόμενο υπαρξιακό ρίσκο που θέτουν στην ανθρωπότητα, είναι μια τακτική για να ενισχυθεί η δύναμη των εταιρειών, να εξασφαλιστούν ακόμα μεγαλύτερες επενδύσεις και να αποσπαστεί η προσοχή του κοινού απ’ τα αληθινά προβλήματα. Οι συγγραφείς απορρίπτουν μετ’ επιτάσεως την ιδέα ότι η ανάπτυξη της Τ.Ν. είναι αναπόφευκτη. Βλέπουν την τρέχουσα Τ.Ν. σαν ένα μέσο συγκέντρωσης εξουσίας, εκμετάλλευσης δεδομένων και εξαγωγής κέρδους και κατονομάζουν ως πραγματικούς κινδύνους της την απώλεια θέσεων εργασίας, την υποβάθμιση του ανθρώπινου μόχθου, την αύξηση των ανισοτήτων, την αναξιοπιστία των συστημάτων, όπως επίσης τις κοινωνικές, ψυχολογικές και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της. Εδώ το υπόλοιπο κείμενο στην Καθημερινή.

Culpability, Μπρους Χόλσινγκερ, Εκδ. Spiegel & Grau

«Τα μυθιστορήματα που αγνοούν την τεχνολογία», γράφει ο Αμερικανός συγγραφέας Κουρτ Βόνεγκατ, «παρουσιάζουν τη ζωή τόσο στρεβλά όσο και οι Βικτωριανοί που αγνοούσαν το σεξ». Αυτό το μότο επαναλαμβανόταν στο μυαλό μου πρόσφατα, όσο διάβαζα το Culpability (Υπαιτιότητα) του Μπρους Χόλσινγκερ, το μελλοντολογικό μυθιστόρημα που αναδείχθηκε μέσα απ’ την καλοκαιρινή λέσχη βιβλίου της Οπρα Γουίνφρεϊ, στο οποίο η τεχνολογία δεν διατρέχει απλά την ιστορία, αλλά πρωταγωνιστεί.

Η υπόθεση ξεκινάει σ’ ένα μέλλον που έρχεται καλπάζοντας. Ο Νόα Σο, δικηγόρος και πατέρας τριών παιδιών, αγοράζει ένα μίνι βαν με αυτόνομη οδήγηση. Στην πρώτη οικογενειακή εξόρμηση, το όχημα συγκρούεται με άλλο αυτοκίνητο κι ένα ζευγάρι ηλικιωμένων χάνει τη ζωή του. Από το τραγικό συμβάν αναδύεται το μεγάλο ερώτημα: «Ποιος φταίει;». Ο Χόλσινγκερ στρέφει το βλέμμα του σε κάθε πιθανό πρόσωπο της υπόθεσης. Ο γιος βρίσκεται στη θέση του οδηγού, απορροφημένος από το κινητό του. Ο πατέρας, αντί να ελέγχει την κατάσταση, δουλεύει στον υπολογιστή του, το ίδιο και η μητέρα, η οποία τυχαίνει να είναι και ειδική στην ηθική της τεχνητής νοημοσύνης. Η αλυσίδα των ευθυνών επεκτείνεται στην αυτοκινητοβιομηχανία και στον μεγιστάνα που την διευθύνει. Το ερώτημα, τελικά, αγγίζει και τον ίδιο τον αλγόριθμο.

Το μυθιστόρημα θα μπορούσε να είναι μια καλή εισαγωγή του διάσημου «προβλήματος του τρόλεϊ». Οταν μια μηχανή βρίσκεται αντιμέτωπη μ’ ένα αδιέξοδο, ποιον θα επιλέξει να θυσιάσει, και ποιον να σώσει; Εναν επιστήμονα με εξειδίκευση κρίσιμη για το μέλλον της ανθρωπότητας, ή μια έγκυο γυναίκα; Η «Υπαιτιότητα» δεν περιορίζεται στη θεωρητική συζήτηση. Ο Χόλσινγκερ δείχνει πώς η τεχνολογία διαπερνά την καθημερινότητα μιας οικογένειας, με όλες τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις της. Ο πατέρας είναι απορροφημένος στη δουλειά του, ο γιος παλεύει με τη διάσπαση της προσοχής, οι μικρές κόρες συνομιλούν με μποτς συντροφιάς, η μητέρα βρίσκεται εγκλωβισμένη ανάμεσα στην επαγγελματική της γνώση και την ατομική της ευθύνη. Εδώ το υπόλοιπο κείμενο στην Καθημερινή.

Πώς το μπάσκετ μπορεί να σώσει τον κόσμο, Ντέιβιντ Χολάντερ, εκδ. MVPublications

O Ντέιβιντ Χολάντερ έφτασε κάποια στιγμή μέχρι τα Ηνωμένα Έθνη για να καθιερώσει την ετήσια Παγκόσμια Ημέρα Μπάσκετ (21 Δεκεμβρίου). Δεν είναι απλώς ένας παθιασμένος φίλος του αθλήματος, αλλά ένας στοχαστής του παιχνιδιού. Για εκείνον, το μπάσκετ είναι μια πράξη εξύψωσης, μια ευκαιρία να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα. Η σχέση του με το μπάσκετ ξεκίνησε πριν ακόμη γεννηθεί, όταν ο πατέρας του ασφαλτόστρωσε την αυλή του σπιτιού τους και κρέμασε στον τοίχο μια στεφάνη. Πολλά χρόνια αργότερα, ο Χολάντερ οραματίστηκε ένα μάθημα ανθρωπιστικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, βασισμένο σε δεκατρείς αρχές – όσοι ήταν και οι αρχικοί κανόνες που έθεσε ο Τζέιμς Νέισμιθ το 1892, όταν εμπνεύστηκε το μπάσκετ.

Το μάθημά του, με τίτλο How Basketball Can Save the World, δεν τον καθιέρωσε μόνο ως έναν από τους πιο δημοφιλείς καθηγητές του NYU, αλλά και ως έναν καινοτόμο παιδαγωγό με διεθνή απήχηση. Η επιτυχία της διδασκαλίας του οδήγησε στην έκδοση του ομότιτλου βιβλίου το 2023, το οποίο πρόσφατα κυκλοφόρησε και στα ελληνικά (Πώς το μπάσκετ μπορεί να σώσει τον κόσμο, εκδ. MVPublications).

Εδώ η συνέντευξη που πήρα απ’ τον συγγραφέα.

Σχόλια

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.