Το λόμπι των καταναλωτών

Τώρα που το μποϋκοτάζ ξεκινά να γίνεται μόδα, είναι καιρός να στοχαστούμε πάνω στα ποικίλα ζητήματα που ανακύπτουν με την υιοθέτησή του. Τώρα που μάθαμε ότι το πρόσφατο μποϋκοτάζ ενάντια στις βιομηχανίες που πωλούν το γάλα πάνω από 1 ευρώ, πέτυχε, τώρα που τα δελτία ειδήσεων στην τηλεόραση και διάφοροι πολίτες στα ρεπορτάζ επιβεβαιώνουν τη δύναμη των καταναλωτών, τώρα που τα Μέσα δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον στα μποϋκοτάζ, σε βαθμό που σχεδόν υποβάλλον τις απαντήσεις των πολιτών, τώρα, είναι η κατάλληλη στιγμή να δούμε τί μπορεί να κάνει ένα μποϋκοτάζ, και τί δε μπορεί. Καθώς όλη η πρόσφατη φιλολογία περί καταναλωτικών αντιδράσεων, μάλλον συσκότισε τις αιτίες αλλά και τις πιθανές λύσεις, είναι ανάγκη να εξετάσουμε το καταναλωτικό ζήτημα με περισσότερη ψυχραιμία.

Η γενικευμένη σύγχιση που επιδοτείται καθημερινά απ’ τα περισσότερα Μέσα είναι κατανοητή. Οι βιομηχανίες χρηματοδοτούν τα ΜΜΕ κι εκείνα δεν έχουν κανένα συμφέρον να τις καταστρέψουν. Όταν τα Media πωλούν μποϋκοτάζ σημαίνει ότι κατ’ αρχήν έχουν εξασφαλίσει την υγεία των βιομηχανιών. Αυτό γίνεται πολύ απλά, γιατί το κόστος των άστοχων μποϋκοτάζ δεν πλήττει ουσιαστικά τις βιομηχανίες. Οι απώλειές τους μπορούν να μετακυληθούν στους καταναλωτές άλλων προϊόντων, στα διαφημιστικά τους μπάτζετ ή σε νέα προϊόντα τους. Το ότι οι επιχειρήσεις προωθούν τα προϊόντα τους κερνώντας «δωρεάν δείγματα» τους πελάτες των σούπερ μάρκετ ή αλλού, δε σημαίνει ότι χάνουν. Ακόμα και το μποϋκοτάζ ο καταναλωτής το πληρώνει ποικιλοτρόπως. Οι βιομηχανίες έχουν την τεχνογνωσία για να υπερβαίνουν τα εμπόδια και να εμφανίζονται στο τέλος «άγιες». Συχνά, τα μεγάλα Μέσα Ενημέρωσης είναι ο μεγαλύτερος σύμμαχός τους. Το να θυσιάσουν οι επιχειρήσεις μερικές ημέρες αρνητικών κερδών για να εκτονωθεί η καταναλωτική οργή, είναι επίσης κάτι μείζονος σημασίας. Η θρυλούμενη πίεση των καταναλωτών εκτονώνεται στιγμιαία και κανείς δεν φεύγει απ’ τη σύγκρουση σοφότερος.

Η σύγχιση των καταναλωτών τώρα αφού έχει επιδοτηθεί απ’ τα Μέσα, επιτείνεται απ’ τις καταναλωτικές οργανώσεις. Οι τελευταίες ενεργούν συχνά ασυλλόγιστα και συναισθηματικά. Επιχορηγούνται απ’ το κράτος κι έτσι δε στρέφουν ποτέ την κριτική τους στους ελεγκτικούς μηχανισμούς. Επιπλέον, είναι πολυδιασπασμένες. Και την ίδια στιγμή περιφρονούν πολύ βασικά κριτήρια της κατανάλωσης, όπως π.χ. τις συνθήκες παραγωγής των προϊόντων. Στην Ελλάδα, κάθε μέρα θα έπρεπε να εγκαινιαζόταν κι ένα νέο μποϋκοτάζ, αν για παράδειγμα, περιθωριοποιούνταν οι εταιρείες που απασχολούν ανασφάλιστους εργαζόμενους. Όμως το εγχώριο καταναλωτικό κίνημα, που δε μπορεί να λειτουργήσει ακηδεμόνευτα, ακολουθεί τη ρητορεία των κυβερνήσεων και των μεγάλων κομμάτων.

Στην ουσία κανείς δεν παίρνει την κατάσταση στα χέρια του, καθώς η κατάσταση εδώ και καιρό είναι «άπιαστη». Μ’ ένα τόσο πολυδιάστατο πρόβλημα είναι τουλάχιστον αφελές να κατηγορείται ένας και μόνο παίκτης της αγοράς και να προπαγανδίζεται το μποϋκοτάζ ως μόνη λύση. Το μποϋκοτάζ είναι ένα εργαλείο πίεσης, που μπορεί όμως να είναι κι εντελώς άσφαιρο. Όταν κυβερνήσεις, βιομηχανίες, καταναλωτικές οργανώσεις και κόμματα ερείζουν για το ποιός είναι λιγότερο υπεύθυνος, κανένα μποϋκοτάζ ή ακόμα και κανένα σαμποτάζ ενάντια στην αγορά δε μπορεί μόνο του να δώσει λύση.

Κάποιοι αναγνώστες του ιστολογίου μου λένε ότι συνέχεια ασκώ κριτική και δεν κάνω προτάσεις. Όμως πριν μερικές εβδομάδες έγραφα ότι χρειάζεται οπωσδήποτε ένα μάθημα καταναλωτικής συνείδησης στα σχολεία. Το ότι δεν έχω ακούσει κανέναν να ενδιαφέρεται για αυτή την πρότασή μου, είναι άραγε τυχαίο; Στην Ελλάδα αν δεν κάνεις θόρυβο, αν οι προτάσεις σου δεν είναι θεαματικές και λαϊκίστικες, δεν έχουν τον αντίκτυπο των πυροτεχνημάτων δηλαδή, κανείς δε σε λαμβάνει σοβαρά υπόψη του. Είναι κι αυτή μια παθογένεια του κοινωνικοπολιτικού και Μιντιακού μας συστήματος. Το βραχύ μποϋκοτάζ, ως κατεξοχήν πυροτέχνημα, μας βρίσκει όλους σύμφωνους να το προτείνουμε χωρίς να υπολογίζουμε ούτε καν τις βασικές πτυχές του.

Θεωρώ πώς για να κάνεις οποιαδήποτε μεγάλη καμπάνια που να έχει αξιώσεις πρέπει να έχεις επαρκή πληροφόρηση σε σχέση με τη δράση των επιχειρήσεων, των παραγωγών, των κυβερνήσεων, των ελεγκτικών μηχανισμών καθώς και των ίδιων των καταναλωτών και των οργανώσεων που τον εκπροσωπούν. Επομένως είναι πολύ επείγον, ως πολίτες κι ως καταναλωτές να παρατηρούμε τα ΜΜΕ και τον τρόπο που λειτουργούν. Επίσης, είναι πολύ επείγον να ανοίξουμε δημόσιους διαλόγους σε σχέση με την κατανάλωση που θα περνούν μέσα από πλατειάς απήχησης οργανώσεις, κι όχι από οργανώσεις-φέουδα. Να προωθήσουμε, όπου είναι δυνατό, δομικού χαρακτήρα λύσεις. Να δείξουμε στα κόμματα και στις επιχειρήσεις, ότι δημοκρατία είναι η θέληση των πολιτών κι όχι τα συμφέροντα κάποιων ισχυρών.

Μετά απ’ αυτά καταλαβαίνει κανείς ότι ακόμα και οι καλύτερες προθέσεις οδηγούν σήμερα σε προδιαγεγραμμένες κι ελεγχόμενες λύσεις. Ο καπιταλισμός στήνει έξοχα τα πεδία των μαχών κι ορίζει το αόρατο χέρι του ως μεγάλο διαιτητή. Έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα, οι καταναλωτές σε λίγο δε θα έχουν άλλη επιλογή απ’ το να χρηματοδοτούν λομπίστες που θα γυροφέρνουν στους διαδρόμους των κοινοβουλίων και των υπουργείων, πιέζοντας.

2 Comments

  1. «μάθημα καταναλωτικής συνείδησης στα σχολεία»

    Aυτό είναι μια πάρα πολύ σωστή ιδέα αλλά φοβάμαι ότι θα είχε την κατάληξη που είχαν και έχουν κατά καιρούς παρόμοια μαθήματα π.χ: ο επαγγελματικός προσανατολισμός.
    Επίσης σε αυτό το μάθημα θα μπορούσε να παρουσιαστεί ένα πρόβλημα από εκείνους που θα αναλάβουν να το διδάσκουν, διότι αν οι ίδιοι δεν έχουν καταναλωτική συνείδηση τότε θα μεταμορφώσουν το μάθημα σε ένα είδος break time για τους μαθητές. Παρόλα αυτά όμως, σαν ιδέα στέκει και θα έπρεπε κάποιος με πολιτική βούληση να το κοιτάξει. Ποιος όμως;

Σχόλια

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.