Ένα σημαντικό βιβλίο για τη νέα οικονομία του Διαδικτύου, θέτει ερωτήματα σε σχέση με το ρόλο όλων μας στον αναδυόμενο ψηφιακό κόσμο.
Τον Ιούλιο του 2006 εκδόθηκε στις ΗΠΑ ένα βιβλίο που έμελλε να αποτελέσει έναν κοινό τόπο, ένα κοινό πλαίσιο αναφοράς των απανταχού τεχνόφιλων του πλανήτη. Διόλου τυχαία, συγγραφέας του ήταν ο διευθυντής σύνταξης του πλέον διάσημου τεχνολογικού περιοδικού Wired, και πρώην δημοσιογράφος του Economist, Κρις Άντερσον. Το βιβλίο είχε τον παράξενο για τους πολλούς τίτλο The Long Tail (Η μακριά ουρά), αλλά το περιεχόμενό του ήταν ήδη γνωστό από καιρό, καθώς ο συγγραφέας το συζητούσε μέσω άρθρων στο Wired καθώς και μέσα απ’ το ιστολόγιό του.
Ποιό ήταν όμως το στοιχείο που ανέδειξε το βιβλίο του Άντερσον ως σημείο αναφοράς των τεχνοευαγγελιστών; Κάθε χρόνο εκδίδονται δεκάδες βιβλία που υμνούν το Διαδίκτυο και τις επαναστάσεις του, αλλά ελάχιστα γνωρίζουν την επιτυχία της Μακριάς Ουράς, η οποία βρέθηκε μέσα σε λίγες εβδομάδες στη λίστα ευπώλητων των New York Times. Ο λόγος ήταν ότι το βιβλίο κατοχύρωσε θεωρητικά την καινούργια διαδικτυακή οικονομία, δημιουργώντας προσδοκίες αδιάκοπης ανάπτυξης των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στο ηλεκτρονικό εμπόριο.
Στο επίκεντρο της ανάλυσης του Άντερσον βρίσκονται οι μετασχηματισμοί που επιφέρει το Διαδίκτυο στην οικονομία, στις επιχειρήσεις και στον πολιτισμό. Ο συγγραφέας παρατηρεί τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι μεγάλες διαδικτυακές επιτυχίες και ανακαλύπτει ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται με εντυπωσιακή συνέπεια. Το διαδικτυακό βιβλιοπωλείο Amazon, η μηχανή αναζήτησης Google, η υπηρεσία ενοικίασης Netflix, η Wikipedia, το ebay, το itunes, καθώς και δεκάδες άλλες διαδικτυακές επιτυχίες εξαρτούν την κερδοφορία τους απ’ τις πωλήσεις εξειδικευμένων προϊόντων που απευθύνονται σε λίγους. Φυσικά τα εν λόγω ηλεκτρονικά καταστήματα εξακολουθούν να πωλούν και τα προϊόντα που προορίζονται να γίνουν hit ή best seller, αλλά τώρα αρχίζουν να εμπεδώνουν ότι το μέλλον των πωλήσεων βρίσκεται στα προϊόντα που πωλούν ένα ή δύο αντίτυπα το εξάμηνο ή και το χρόνο.
Η μακριά ουρά είναι ουσιαστικά ένα μοντέλο πωλήσεων που εγκαινιάζει μια εποχή πρωτοκαθεδρίας του ιδιαίτερου σε βάρος του μαζικού. Σε λίγο, υποστηρίζει ο Άντερσον, οι χολιγουντιανές ταινίες δεν θα συνιστούν πια το κυρίαρχο σημείο αναφοράς μας. Το ίδιο θα συμβεί με τις τηλεοπτικές εκπομπές, τη μουσική, τα βιβλία. Το Διαδίκτυο αναδεικνύει τα γούστα και τις προτιμήσεις του καθενός. Πλέον ο καταναλωτής έχει άφθονες επιλογές, που του προσφέρουν ηλεκτρονικά καταστήματα σαν το Amazon. Ο πελάτης μπορεί να συζητά τα προϊόντα, να λαμβάνει αυτοματοποιημένες προτάσεις, να του προσφέρονται ευκαιρίες από άλλα μαγαζιά κ.λπ. Συνακόλουθα, τώρα ο καθένας γίνεται από παθητικός καταναλωτής σ’ ένα είδος «ενεργού παραγωγού», κάτι που γιορτάζεται με τυμπανοκρουσίες.
Το μοντέλο του συγγραφέα μοιάζει με τον παράδεισο της κοινωνίας της αφθονίας. Οι επιχειρήσεις του Διαδικτύου χαίρονται τα κέρδη ακόμα κι απ’ το ένα βιβλίο, το ένα τραγούδι που θα πωληθεί στους φίλους του παραγωγού, το οποίο αθροιστικά με τα άλλα ερασιτεχνικά προϊόντα θα γίνει σεβαστό κέρδος, οι πολίτες χαίρονται που αυτοδημοσιεύονται, και οι καταναλωτές χαίρονται που απολαμβάνουν εκατομμύρια επιλογές. Κι όλα αυτά συμβαίνουν καταφέρνοντας ένα ταυτόχρονο πλήγμα στις μεγάλες πολιτιστικές βιομηχανίες… Ο ενθουσιασμός είναι δικαιολογημένος. Τόσο η τα μέσα παραγωγής όσο και η διανομή, εκδημοκρατίζονται. Ωστόσο, όπως παραδέχεται κι ο ίδιος ο Άντερσον, δεν έχουν όλοι λόγο να ζητωκραυγάζουν. Κερδισμένοι απ’ τη μακριά ουρά, σε οικονομικό επίπεδο, είναι όσοι προσφέρουν συγκεντρωτικές υπηρεσίες. Η νέα εποχή ευνοεί τους ισχυρούς, αν και δίνει κάποιες ευκαιρίες στους πιο «μικρούς». Επιπλέον, σε πολιτισμικό επίπεδο είναι πολύ δύσκολο να ξεχωρίσεις την «ήρα απ’ το στάρι», ενώ ο ανταγωνισμός απειλεί να κλείσει τα μικρά εξειδικευμένα καταστήματα που συμβούλευαν τους πελάτες όπως μόνο εκείνα γνώριζαν να το κάνουν.
Οι δημιουργοί τώρα, έχουν μετονομαστεί σε παραγωγοί περιεχομένου κι εκτός από κάποιες αόριστες υποσχέσεις, δεν έχουν να περιμένουν και πολλά. Στους μπλόγκερ συνιστάται ως καρότο η εξαργύρωση της δωρεάν συγγραφής του ιστολογίου του με φήμη ή άλλες δουλειές. Στα συγκροτήματα μουσικής ως αντίτιμο δίνονται οι εξίσου επισφαλείς προοπτικές περισσότερων εισιτηρίων σε συναυλίες τους, αλλά ούτε κι εδώ δε διαφαίνεται η επιβίωση απ’ τα κέρδη της εργασίας τους. Το σημαντικό βιβλίο του Άντερσον λέει ξεκάθαρα αυτό που μέχρι τώρα ήταν ταμπού: η Google και μια σειρά άλλων διαδικτυακών μεγαθηρίων, βάζει την πλατφόρμα, τη φιλοσοφία, την υποδομή, ώστε οι πολίτες να παράγουν δωρεάν περιεχόμενο και τα κέρδη να επιστρέφουν, σχεδόν όλα, στην ίδια τη Google και τις φιλικές της υπερδομές.
Απόσπασμα
Για τον μέσο μπλόγκερ ή μικροεκδότη, η Μακριά Ουρά δεν υπόσχεται πλούτη. Αν αυτό που κάνεις έχει αξία, υπόσχεται περισσότερη προσοχή, φήμη και αναγνωσιμότητα. Αλλά η μετατροπή αυτού του μη χρηματικού κεφαλαίου σε πραγματικό χρήμα εξαρτάται από σένα, και υπάρχουν τόσοι τρόποι για να πραγματοποιηθεί όσοι και οι άνθρωποι που επιθυμούν να δοκιμάσουν. Για πολλούς, η εκίμηση του κόσμου συχνά τους αρκεί. Είναι όμως σημαντικό να γνωρίζεις τι μπορείς να περιμένεις. Η Μακριά Ουρά δεν θεραπεύει την αφάνεια, απλώς την περιορίζει. Ωστόσο, για τη μεγάλη πλειονότητα όλων ημών που ζούμε, εργαζόμαστε ή απλώς παίζουμε στην ουρά, η πολιτιστική μετατόπιση προς το ιδιαίτερο γούστο έχει ήδη ως αποτέλεσμα μια πλουσιότερη, πιο δραστήρια κουλτούρα. Το πώς και πότε θα ακολουθήσουν οι οικονομικές απολαβές είναι κάτι που θα φανερωθεί στις επόμενες δεκαετίες. (σελ. 297)
Η Μακριά Ουρά
Chris Anderson
Μτφρ. Δημήτρης Κατσακλής
Κάτοπτρο
Σελ. 312
*Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύθηκε στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής (21/12/08).