Στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου προτιμούσες να βλέπεις το δρόμο να φεύγει
Ενίοτε κάποιος σε χαιρετούσε κι εσύ γελούσες διστακτικά
Κάθε λίγο ρωτούσες τα μπροστινά καθίσματα αν φτάνουμε
Δε νομίζω ότι σε ένοιαζε πραγματικά
Ο δρόμος πίσω έφευγε
Κι εσύ ήξερες πως όλα συμβαίνουν για εσένα
Τότε έβγαζες ένα ολόκληρο ταξίδι
Με το αμπολιμπί αμποεμπέ
Που το επαναλάμβανες σα θεραπευτικό μάντρα
Κι εμείς σου λέγαμε να σκάσεις
Αν σ’ ενδιαφέρει, έχω και πειστήρια πολαρόιντ