Το ανεξάρτητητο σοσιαλιστικό περιοδικό Monthly Review έκανε μια έρευνα σε συνεργασία με την εταιρεία δημοσκοπήσεων VPRC, σχετικά με την πολιτική κουλτούρα των μπλογκ. Στο τρέχον τεύχος του παρουσιάζεται η έρευνα, τα αποτελέσματα της οποίας μάς είχε παρουσιάσει συνοπτικά ο κ. Γιώργος Χωραφάς, εκδότης του περιοδικού, στο συνέδριο της Θεσσαλονίκης για τα Νέα Μέσα και τη δημοσιογραφία. Η έρευνα, παρότι αμφισβητήθηκε η μεθοδολογία της απ’ το Νίκο Δρανδάκη, παρουσιάζει μερικά πολύ σημαντικά στοιχεία. Στο παρελθόν, με αφορμή την έρευνα του Ζαφείρη Καραμπάση, είχα διατυπώσει μερικές σκέψεις σχετικά με τα προβλήματα που εγείρουν γενικά οι έρευνες, γι’ αυτό και δε θα ασχοληθώ καθόλου με το αν πρέπει να συζητάμε ή όχι για αυτές. Επιγραμματικά λέω πως αξίζει να διαβάζουμε τις έρευνες ως σήματα, που μπορεί μερικές φορές και να αποπροσανατολίζουν, και μ’ αυτή την έννοια πρέπει να είμαστε αρκετά δύσπιστοι και κριτικοί.
Το μείζον που κομίζει η έρευνα του Monthly Review κατά τη γνώμη μου είναι το γεγονός ότι ένα πάρα πολύ μεγάλο ποσοστό των ελλήνων μπλόγκερ δηλώνει πώς κανένα απ’ τα κοινοβουλευτικά, και μη, κόμματα που υπάρχουν δε βρίσκεται κοντά στις απόψεις και τις ιδέες του. Μιλάμε για ένα 32%, που σημαίνει ότι ένας στους τρεις μπλόγκερ, ενώ δηλώνει πως ενδιαφέρεται για την πολιτική (76% δηλώνει πώς ενδιαφέρεται για την πολιτική από αρκετά ως πολύ), θεωρεί πώς κανένα απ’ τα υπάρχοντα κόμματα δεν είναι μέρος της λύσης. Στη μπλογκόσφαιρα δηλαδή κατοικούν οι αναντιπροσώπευτοι ή αλλιώς οι ανικανοποίητοι, ή όπως το θέτει ο κ. Χωραφάς, οι Μελαγχολικοί.
Ένα δεύτερο σημείο που αναδεικνύεται απ’ την έρευνα είναι ότι ο πολιτικός σχηματισμός Συνασπισμός/ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνει μεγάλη προτίμηση στις τάξεις των μπλόγκερ, με ποσοστό 24%, πράγμα που σημαίνει ότι πολιτικά ο τόνος στη μπλογκόσφαιρα δίνεται ή έχει δοθεί απ’ το συγκεκριμένο χώρο. Εννοώ ότι οι μεγάλες κινητοποιήσεις και οι εκρήξεις στην μπλογκόσφαιρα έχουν επισπευθεί ΚΑΙ από τη –ρητή ή άρρητη- συμμετοχή του Συνασπισμού. Είναι ένα σημαντικό στοιχείο για να ξέρουμε πότε μπορούμε να μιλάμε περί «ακηδεμόνευτων διαδικτυακών κινήσεων».
Όμως ας επανέλθω στο μείζον κατά τη γνώμη μου θέμα της μελαγχολίας. Ο Ματθαίος Τσιμιτάκης σε μια πρόσφατη ανάρτησή του έγραψε «ενάντια στη μελαγχολία», μιλώντας για τα αισιόδοξα πράγματα που συμβαίνουν σε συλλογικό επίπεδο στην ελληνική μπλογκόσφαιρα σήμερα, και θα συμφωνήσω με την αισιοδοξία του, καθώς πράγματι ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού Διαδικτύου δείχνει να έχει πολύ πιο ισχυρά αντανακλαστικά απ’ την κατεστημένη θεσμική πραγματικότητα της χώρας. Ωστόσο, οι απόψεις του Ματθαίου ενάντια στη μελαγχολία έχουν συγκεκριμένο προσανατολισμό, ένα είδος αριστερού ακτιβιστικού οπτιμισμού, κομματικά προσδιορισμένου, τον οποίο δείχνει να συμμερίζεται, όπως δείχνει η έρευνα, ένα μεγάλο ποσοστό των ελληνών μπλόγκερ. Μιλάμε και πάλι για το 24% των ελλήνων μπλόγκερ το οποίο εκφράζεται απ’ το Συνασπισμό και το ΣΥΡΙΖΑ. Το 32% όμως των ερωτηθέντων μπλόγκερ, με τη στάση του δείχνει δυσπιστία απέναντι σε όλα τα κόμματα κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να μάς προβληματίσει όλους.
Η γνώμη μου δεν είναι διαφορετική από εκείνη του Χωραφά, ο οποίος σε άρθρο του στο Monhtly Review γράφει πώς «το βάρος της πρωτοβουλίας βρίσκεται στην πλευρά των μπλόγκερ, αφού οι δυνάμεις της Αριστεράς δεν φαίνεται να διαθέτουν εξειδικευμένες πολιτικές για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της μετάβασης (απ’ τη γραφόσφαιρα στη βιντεόσφαιρα)». Η αλήθεια είναι ότι στη μπλογκόσφαιρα, αλλά και ευρύτερα στην ελληνική κοινωνία, εντοπίζεται πολύ συχνά ένας ανένταχτος πληθυσμός νέων ανθρώπων, με μόρφωση, ατομικά επιτεύγματα και συγκρότηση που δεν εκπροσωπείται από κανένα πολιτικό σχηματισμό. Μαζί με αυτούς υπάρχουν, κυρίως στη μπλογκόσφαιρα, και άνθρωποι πολύ θυμωμένοι με την πολιτική κατάσταση και τους εκφραστές της, οι οποίοι χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο και την ανωνυμία του, ως όπλο ενάντια στον εκφυλισμό της δημοκρατίας. Το 32% που δηλώνει ότι δεν εκφράζεται από κανένα κόμμα τείνει προς την αποκαλούμενη απ’ τον κ. Χωραφά, «πολιτική της μελαγχολίας», η οποία είναι «μια μορφή εξέγερσης με ειδικά χαρακτηριστικά: την προτίμηση στην εικονική πραγματικότητα, την τάση διαμόρφωσης ομογενοποιημένων ομάδων και την πολιτική παθητικότητα».
Αυτό που πρέπει να μας απασχολήσει είναι το γιατί ένας στους τρείς μπλόγκερ, και πιθανότατα, δύο στους τρεις νέους πολίτες, δηλώνουν πως δεν εκφράζονται από κανένα κόμμα. Η μελαγχολία των νέων πολιτών έχει τις ρίζες της σε μια αντίληψη που θέλει τα κόμματα χρεωκοπημένα τόσο ιδεολογικά όσο και πρακτικά. Οι νέοι σήμερα ταξιδεύουν πιο συχνά, έχουν επαφή με ανθρώπους απ’ όλο τον κόσμο, και στην προσπάθειά τους να διαμορφώσουν ένα νέο αξιακό σύστημα, πέφτουν επάνω σ’ ένα τοίχο αδικίας, υποκρισίας, αναλγησίας και κυνισμού. Αν η Αριστερά ή η Δεξιά, ή η Κεντροαριστερά επιθυμεί να εγκολπώσει όλο αυτό τον ματαιωμένο κόσμο έτσι απλά, κάνοντας την προεκλογική καμπάνια «αλά Ομπάμα» μάλλον θα αποτύχει. Οι αιτίες της απομάκρυνσης των νέων, ανήσυχων και ενημερωμένων πολιτών, απ’ τα πολιτικά κόμματα είναι βαθειές και πολύ οδυνηρές για τα κόμματα, είτε αυτά είναι αριστερά είτε δεξιά και γι’ αυτό πρέπει να κάνουν την επώδυνη αυτοκριτική επειγόντως. Οι νέοι άνθρωποι δε θέλουν απλά να ακούσουν λόγια από νέα πρόσωπα, μέσα από νέα κανάλια, δε θέλουν άλλες διαφημιστικές καμπάνιες, ούτε νέα συνθήματα. Θέλουν ριζικές αλλαγές στη ζωή τους, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τους χώρο. Θέλουν την αλήθεια. Θέλουν την τόλμη για ουσιαστικές αλλαγές.
Τα κόμματα στην Ελλάδα είναι σε μεγάλο βαθμό ιεραρχικά, αναξιοκρατικά, μονολιθικά. Ευνοούν το νεποτισμό, την ιδεολογική σύγχυση, την υποταγή, τις δημόσιες σχέσεις, και τον κυνισμό. Τα κόμματα στην Ελλάδα έχουν πέσει στην παγίδα της επικοινωνίας, των επικοινωνιολόγων, των εταιρειών δημοσκοπήσεων, των εταιρειών δημοσίων σχέσεων, των διαφημιστών, των ιδιωτικών συμφερόντων, των Μέσων, των προσωπικών σχέσεων, της μικροπολιτικής, και αντιμετωπίζουν τον πολίτη ως ηλίθιο περιστασιακό ψηφοφόρο. Τα κόμματα στην Ελλάδα έχουν γίνει μέρος του προβλήματος κι όχι της λύσης. Γενικεύω, είναι γεγονός, αλλά κάπως έτσι αντιλαμβάνονται οι νέοι πολίτες τα κόμματα στην Ελλάδα. Άραγε σ’ αυτό δεν οφείλεται η λεγόμενη κρίση της αντιπροσωπευτικότητας; Όταν βλέπεις τα ίδια τα κόμματα να είναι αντιδημοκρατικά, πώς περιμένεις να εκδημοκρατιστεί η κοινωνία; Όταν βλέπεις ότι παντού βασιλεύουν οι επετηρίδες, οι ιεραρχίες, οι νεποτισμοί, οι δημόσιες σχέσεις, πώς να περιμένεις ότι κάτι θα αλλάξει;
Τίποτα δε θα αλλάξει, αν δεν αλλάξουν τα ίδια τα κόμματα. Αν δεν ανοίξουν στην κοινωνία, αν δεν πουν τα πράγματα με το όνομά τους, αν δε «σπάσουν αυγά».
Η κοινωνία αλλάζει, και τα κόμματα μένουν πίσω, στο μικρόψυχο σύμπαν τους. Νομίζουν ότι αν φτιάξουν ένα μπλογκ ή αν προσλάβουν μια ομάδα Νέων Μέσων, θα προσεγγίσουν αυτό το μελαγχολικό κόσμο, αλλά αυταπατώνται. Η Ελλάδα δεν είναι ΗΠΑ. Οι συσχετισμοί δυνάμεων είναι διαφορετικοί, άλλα τα διακυβεύματα εδώ, άλλα στις ΗΠΑ. Το γεγονός είναι ότι τα πράγματα όντως αλλάζουν. Ο δημόσιος διάλογος σε λίγο θα είναι εντελώς διαφορετικός απ’ ότι ήταν μέχρι σήμερα. Γιατί πολύ απλά, το Διαδίκτυο εγκαινιάζει μια εποχή διαφάνειας που μέχρι σήμερα ήταν αδιανόητη. Κάθε πολίτης που έχει κάτι να πει, θα το πει, θα το συζητήσει, και θα έχει μάλιστα την ευκαιρία να το φέρει ψηλά στην ατζέντα του δημόσιου διαλόγου. Τώρα, βιώνουμε τις τελευταίες ημέρες αυτού του περίκλειστου σύμπαντος της πολιτικής και των Μέσων. Σε λίγο, «η επιδημία της μελαγχολίας» θα απειλήσει να κάνει τομές στην ελληνική κοινωνία, και τότε τα κόμματα θα αναγκαστούν να ακούσουν καλύτερα το «θόρυβο» του Διαδικτύου. Η μελαγχολία της εποχής μας μοιάζει μ’ εκείνη της αναγέννησης. Η κυοφορία νέων στάσεων πάντα συνδέεται με αισθήματα θυμού, ανασφάλειας, και φόβου. Υπάρχει αναστάτωση. Οι μελαγχολικοί άνθρωποι, είτε είναι μπλόγκερ, είτε θεατές των ειδήσεων, συνιστούν μέτρο, γνώμονα και βαρόμετρο του σημερινού αδιεξόδου και της κρίσης. Αλλά μαζί, οι ανικανοποίητοι είναι ίσως και η μεγάλη μας ελπίδα.
Κι είναι πολλοί, πολύ περισσότεροι απ’ αυτούς που βλέπουν τα κόμματα. Και δεν πείθονται απ’ τις πόζες, ούτε απ’ τις κοινοτοπίες. Κι αν απειλούνται από κάτι είναι απ’ την πολιτική απραξία, απ’ τον στυγνό ανταγωνισμό, απ’ τη θεσμοποιημένη αδικία, απ’ τα διαρκή εμπόδια, απ’ την καλλιεργημένη απ’ τα Μέσα και τα κόμματα σύγχυση, απ’ την άρνηση των ελίτ να δεχτούν τις αξίες που κομίζουν, απ’ τη ματαίωσή τους ως δρώντα υποκείμενα. Μην τους φοβάστε λοιπόν, αλλά και μην τους πνίγετε, προσπαθώντας να τους οικειοποιηθείτε. Μην τους αναγκάσετε να σας αμφισβητήσουν σε προσωπικό επίπεδο. Δώστε τους την ευκαιρία να ασκήσουν κριτική στην πολιτική σας, στις ανεπάρκειές σας, στα λάθη σας, καθώς και να σας αναγνωρίσουν τις επιτυχίες. Ομοίως, μην τους κάνετε μια απλή σημαία, αλλά ακούστε τους και μάθετε απ’ αυτούς, μην προσπαθείτε να τους εκμεταλευτείτε, δώστε τους χώρο, ευθύνες, χρόνο. Συνομιλήστε μαζί τους επί ίσοις όροις, προκαλέστε τους. Αν δεν τους «σκοτώσετε» με τις αρτηριοσκληρωτικές σας απόψεις και αξίες, η μελαγχολία τους θα παράξει εκπληκτικά έργα και θα αλλάξει ριζικά τη χώρα γιατί είναι αυτοί που πραγματικά δεν ικανοποιούνται απ’ το σημερινό σαθρό οικοδόμημα. Είναι γυναίκες και άνδρες με όρεξη για ζωή, που ζουν σε μια χώρα η οποία ματαιώνει κάθε ρομαντική, κάθε ελεύθερη, και κάθε φιλόδοξη ιδέα.
* Ο τίτλος του κειμένου είναι δάνειο απ’ το πολύ ενδιαφέρον ομώνυμο βιβλίο του Θεοδόση Πελεγρίνη, το οποίο αναφέρεται στο βιβλίο του Ρόμπερτ Μπάρτον «Η ανατομία της Μελαγχολίας». Αμφότερα τα βιβλία κυκλοφορούν στα ελληνικά (το πρώτο απ’ τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα και το δεύτερο απ’ τις εκδόσεις Ηριδανός).