Επειδή σ’ αυτή τη χώρα ποτέ δεν αναλαβάνονται οι ευθύνες, κι όλα γίνονται ανέξοδα, αξίζει πιστεύω να επαναλαμβάνουμε το προφανές: οι πολιτικές των τελευταίων τριάντα και πλέον χρόνων έχουν φέρει τη χώρα σε αδιέξοδο. Είτε γιατί δεν αποτρέπουν τις δυσάρεστες τροπές, είτε γιατί δεν ενθαρρύνουν δέουσες συμπεριφορές, είτε γιατί δεν εμπνέουν λύσεις, είτε γιατί εξαπατούν, είτε λόγω του μείγματος όλων αυτών μαζί, οι πολιτικές των τελευταίων τριάντα χρόνων έχουν οδηγήσει τη χώρα στο παρόν αδιέξοδο.
Στο σημερινό κύριο άρθρο της γαλλικής εφημερίδας Le Monde, με τίτλο «Η Ελλάδα χωρίς κράτος», διαβάζουμε ότι οι συγκρούσεις των τελευταίων ημερών μαρτυρούν το γεγονός ότι η χώρα μας εμφανίζει «τις ανισορροπίες μιας κοινωνίας που μέσα σε λίγα χρόνια πέρασε απ’ τα Βαλκάνια στην Ευρώπη». Πριν σπεύσουμε να ερμηνεύσουμε τα σχόλια της εφημερίδας ως αποδείξεις ηγεμονικής στάσης απέναντί μας, και διαβάζοντας τη συνέχεια του άρθρου, συνειδητοποιούμε ότι η ματιά των εξωτερικών παρατηρητών είναι μάλλον οξυδερκής. Λέει λοιπόν η Le Monde ότι το κράτος αδυνατεί να επαναφέρει την κοινωνική ειρήνη διότι το ίδιο έχει υποθάλψει την πελατειακή σχέση, την αναξιοκρατία και τη διαφθορά. Προσθέτει ότι τόσο ο σημερινός πρωθυπουργός, όσο και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είναι αναξιόπιστοι, σημειώνοντας μάλιστα ότι αμφότεροι ανήκουν στις «μεγάλες οικογένειες που εναλλάσσονται στην εξουσία εδώ και δεκαετίες». «Μέσα σε είκοσι χρόνια» αναφέρει η σημερινή Le Monde, «η χώρα εκμοντερνίστηκε χωρίς όμως να απαλλαγεί απ’ τις κακές της συνήθειες του πρόσφατου βαλκανικού της παρλεθόντος». Και κλείνει: «η οικονομική κρίση τη συγκλονίζει. Οι νέοι με τη βία βρίσκουν μια δουλειά. Οι φοιτητές μένουν στο πανεπιστήμιο μέχρι τα 30 για να μη βγουν στην αγορά εργασίας. Οι δημόσιοι υπάλληλοι απειλούνται απ’ τις ιδιωτικοποιήσεις. Και τα δημοσιονομικά συρρικνώνονται. Η κοινωνική κρίση εξηγεί τη βία των τελευταίων ημερών, αλλά δε τη δικαιολογεί. Η κυβέρνηση του κ. Καραμανλή μπορεί να επανακτήσει την ειρήνη. Αλλά είναι πολύ αδύναμη για να φτάσει στις ρίζες αυτής της αταξίας».
Αυτά αναφέρουν οι γάλλοι. Εμείς εδώ προτιμούμε τα συνθήματα, όπως π.χ. το «στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα», το οποίο κατά την ταπεινή μου γνώμη είναι εσφαλμένο. Πιθανότατα η πολιτική ηγεσία της χώρας προτιμά να το αναμασά από κεκτημένη ταχύτητα ή φόβο, αλλιώς δεν εξηγείται η συχνότητα που το επικαλείται. Στη δημοκρατία όντως δεν υπάρχουν αδιέξοδα όταν η δημοκρατία είναι γνήσια και άμεση, όταν η δημοκρατία διαπνέεται από αξίες, όταν η δημοκρατία βασίζει όντως τη νομιμότητά της στην ψήφο του λαού. Όμως εδώ είναι κοινό μυστικό ότι η δημοκρατία τείνει -αν δεν έχει ήδη- να εκτραπεί. Ο λαός έχει μετατραπεί σε θεατή, καταναλωτή, χειροκροτητή ή τραμπούκο, συνένοχο της διαφθοράς, των εγκληματικών πράξεων ή παραλείψεων, και μερικές ελίτ της πολιτικής, των επιχειρήσεων και των Μέσων, αποφασίζουν ερήμην του, ουσιαστικά εμπαίζοντάς τον, πότε ναρκώνοντάς τον στον καναπέ και πότε ξεσηκώνοντάς τον στους δρόμους.
Είναι ώρα να σκεφτούμε. Το αδιέξοδο της χώρας είναι πολυεπίπεδο κι ο έλληνας έχει καταστεί επικίνδυνος για το συνάνθρωπό του, τη φύση, το περιβάλλον, την κοινωνία, τον πλανήτη, τον ίδιο τον εαυτό του. Οι πολιτικές των τριάντα τελευταίων χρόνων, η ιδεολογία της ανάπτυξης που βασίζεται στην υποκρισία, την πελατειακή σχέση, την αναξιοκρατία, τη διαφθορά, τον τσαμπουκά και το μακιαβελισμό, έχουν φυτέψει στην ψυχή του κόσμου μια αρρώστεια, την αρρώστεια του κυνισμού. Σ’ αυτή τη χώρα, ζούμε για να δουλεύουμε, χωρίς νόημα, χωρίς να μπορούμε να συνδεθούμε με όσα συμβαίνουν στον πλανήτη, χωρίς έρμα, χωρίς ελπίδα για κάτι καλύτερο ή διαφορετικό. Ό,τι ζητάμε, το θέλουμε εδώ και τώρα. Στην Ελλάδα ζούμε τον τρόμο του ΚΕΝΟΥ. Έχουμε συμπυκνώσει όλες τις φιλοδοξίες και τις επιθυμίες μας στην απόκτηση, με κάθε τίμημα, ενός μεγαλύτερου αυτοκινήτου, ή μιας νέας συνθήκης, αλλά εδώ και τώρα. Χωρίς κόπο, χωρίς βάσανο. Γι’ αυτό και η γοητεία της βίας.
Είμαστε μερικά εκατομμύρια αθεράπευτα αδαών εγωϊστών που νομίζουμε ότι τα ξέρουμε όλα, που κοιτάζουμε καχύποπτα τους πάντες, που δε μπορούμε να συνεργαστούμε, έχουμε γίνει ΚΥΝΙΚΟΙ, ΜΙΣΑΝΘΡΩΠΟΙ, ΜΝΗΣΙΚΑΚΟΙ, ΑΝΩΡΙΜΟΙ και ΜΗΔΕΝΙΣΤΕΣ. Νομίζουμε ότι επειδή διαβάσαμε πενήντα βιβλία είμαστε ικανοί να ερμηνεύσουμε τα πάντα. Νομίζουμε ότι επειδή βρήκαμε 100 ομοϊδεάτες μπορούμε να φέρουμε την επανάσταση στον κόσμο. Νομίζουμε ότι οι άλλοι χρησιμεύουν είτε μόνο στο να μας επιβεβαιώνουν ή μόνο να μας αμφισβητούν. Διαβάστε μια αγγλική, γερμανική, αμερικάνικη ή γαλλική εφημερίδα και κάντε μια σύγκριση με μια ελληνική και θα καταλάβετε. Ο κόσμος προχωρά, αλλάζει, εμπνέεται, ανησυχεί, συνεργάζεται, παράγει και συζητά. Εμείς εδώ στο μικρόψυχο κομματικό μας σύμπαν, κλείνουμε τους ανθρώπους σε μαντριά. Αυτό έχουμε μάθει απ’ τους προγόνους μας, αυτό είναι το μεγαλύτερο μάθημα που έχουμε πάρει απ’ την ταραγμένη μας ιστορία. Το μαντρί. Ο λύκος, τα πρόβατα, ο τσοπάνης. «Ο φόβος που φυλάει τα έρημα». Και φυσικά το μαύρο πρόβατο.
Δείτε πως λειτουργούν τα πανεπιστήμια, οι δημόσιες αλλά και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, τα ίδια τα κόμματα. Οι άνθρωποι που έχουν όνειρα και ικανότητες εδώ ασφυκτιούν, γιατί δε θεωρούν απαραίτητη την υποταγή σε κάποιο κόμμα, σε κάποια φράξια, σε κάποιο δόγμα. Αλλά όχι, εδώ πρέπει να χτυπάς διαρκώς πόρτες, να διαδηλώνεις την υποταγή σου, να γίνεσαι ικέτης του αυτονόητου. Μέχρι τα 20 με 25 σου έχεις καταλάβει τί πρέπει να κάνεις για να επιβιώσεις σ’ αυτό τον τόπο: πρέπει να έχεις γίνει κυνικός. Να μάθεις να ρωτάς «πόσο κάνει;» και «τί θα κερδίσω εγώ». Με άλλα λόγια να έχεις εκπορνευτεί κατάλληλα, ειδάλλως «βγες έξω απ’ το μαντρί!».
Στην Ελλάδα θρηνούμε σήμερα ένα θύμα της αστυνομικής αυθαιρεσίας, κι είναι λυπηρό, είναι τραγικό, είναι πραγματικά συγκλονιστικό, γιατί ένα παιδάκι έχασε τη ζωή του από καθαρή βλακεία και τσαμπουκά. Το θέμα όμως είναι ότι στη χώρα καθημερινά χάνονται παιδιά και ενήλικοι, και γέροι, απ’ την αδιαφορία, την εγκληματική έλλειψη παιδείας, απ’ την υποκριτική πολιτική, απ’ την ανεπάρκεια, την οκνηρία, την υποτέλεια κι από δεκάδες άλλες παθογένειες που μαστίζουν την κοινωνία. Δείτε πώς αντιμετωπίζει η κοινωνία τους ηλικιωμένους.
Κανένα άλλοθι δε μπορεί πια να αναγνωριστεί στα κόμματα, διότι τα θύματα είναι πολλά, είναι αμέτρητα και οι υπεύθυνοι είναι όσοι λαμβάνουν τις αποφάσεις. Σ’ αυτό το πολίτευμα, της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι έχουν τις κύριες ευθύνες, διότι είναι αυτοί που κυβερνούν. Όμως εδώ μπορεί καθημερινά να χάνονται άνθρωποι, άδικα, αλλά κανείς να μην αναλαμβάνει την ευθύνη. Γιατί πολύ απλά το πολιτικό σύστημα στη χώρα έχει καταφέρει να στρεβλώσει κάθε έννοια περί αξίας της ζωής. Στη χώρα, όπως και στον τρίτο κόσμο, η ζωή κοστολογείται. Πού είναι όμως ο σεβασμός της αξίας ζωής στη χώρα; Μ’ αυτά τα νοσοκομεία; Μ’ αυτά τα δικαστήρια; Μ’ αυτές τις φυλακές; Μ’ αυτούς τους οίκους ευγηρίας; Μ’ αυτή την αστυνομία; Μ’ αυτό το στρατό; Μ’ αυτά τα σχολεία; Μ’ αυτούς τους δρόμους; Μ’ αυτές τις εφορίες; Μ’ αυτές τις υπηρεσίες; Μ’ αυτά τα Μίντια; Μ’ αυτό το καθεστώς να λαμβάνονται άδειες, διπλώματα κ.λπ. δεν είναι άραγε λογικό να θρηνούμε διαρκώς θύματα; Μ’ αυτή τη γενικευμένη άγνοια, ημιμάθεια, και κουτοπονηριά; Δεν είναι λογικό, υπό αυτό το καθεστώς, να θέλουν όλοι να γίνουν προνομιούχοι των «εξαιρετικών υπηρεσιών για λίγους»; Όταν οι υπηρεσίες για τους πολλούς είναι άθλιες, πόσο θα κοστίζει μια ζωή;
Στην Ελλάδα όλα επαφύονται στην ευαισθησία, το θάρρος, την ελπίδα του καθενός μας. Εδώ αντιστέκεται ο καθένας κατά μόνας, ενάντια στον κυνισμό των κομμάτων και των μαντριών. Δεν είναι εύκολο να κρατήσεις. Κάποια στιγμή θα καμφθείς, διότι θα βρεθείς χωρίς δουλειά, χωρίς στήριξη, μόνος και μόνη.
Γνωρίζω πως θα κατηγορηθώ για γενικεύσεις, αλλά όταν ο βουλευτής εξαγοράζει ψήφους, όταν ο επιχειρηματίας εξαγοράζει το βουλευτή, όταν ο πολίτης εξαγοράζει το δημόσιο λειτουργό, όταν με άλλα λόγια όλοι εξαγοράζονται, η κοινωνία μεταλάσσεται σ’ ένα αντιδημοκρατικό υβρίδιο ΚΥΝΙΣΜΟΥ, μ’ άλλα λόγια σ’ ένα αδιέξοδο. Εδώ, όταν μιλάς για την αξία της ζωής, του ονείρου, της ευτυχίας, της φαντασίας, σε κοιτούν με αηδία και μίσος. Σου λένε ότι είσαι καθεστωτικός. Σ’ αυτή τη μικρή γωνιά του πλανήτη το μονοπώλιο να μιλούν με παχιά λόγια το έχουν τα κόμματα, οι επαναστάτες και τα Μέσα. Γι’ αυτό τα πιο λαμπρά μυαλά μεταναστεύουν σ’ άλλες χώρες, εκεί που όπως λέει ένας φίλος μου, υπάρχουν κριτήρια. Γιατί στην Ελλάδα αποδεδειγμένα πια, δεν υπάρχουν κριτήρια. Όλα είναι ισοπεδωμένα. Στον κόσμο της εργασίας, της εκπαίδευσης, της πολιτικής.
Όλα είναι ισοπεδωμένα εκτός απ’ την «τιμολογιακή πολιτική». Στην Ελλάδα όλα αγοράζονται, και μάλιστα φθηνά. Είτε με χρήμα, είτε συμβολικά. Αρκεί να δηλώσεις την υποταγή σου στον εκάστοτε αρχηγό. Για να βρεις δουλειά πρέπει να γραφτείς σε κόμμα, για να βγάλεις άδεια οδήγησης πρέπει να πληρώσεις, για να βγάλεις άδεια στην πολεοδομία πρέπει να πληρώσεις, για να κάνεις οτιδήποτε πρέπει να ξεχάσεις τις αξίες σου και να ρωτήσεις την τιμή. Στη χώρα κυριαρχούν οι τιμές. Οι εκτιμητές έχουν τον πρώτο λόγο εδώ. Οι αξίες έχουν εξοστρακιστεί και χρησιμεύουν μόνο στο να κοσμούν τους λόγους των πολιτικών και των επιχειρηματιών. Η Ελλάδα βρίσκεται εγκλωβισμένη σ’ ένα καθεστώς ζόφου. Η κρίση της είναι αξιακή, και δε «λύνεται» με έκτακτα μέτρα, επιδόματα κ.λπ. Τί να του κάνουν τα 20€ επιπλέον των 400 και των 500€ του ηλικιωμένου ανθρώπου στο κέντρο της Αθήνας, ή στην επαρχία, όταν οι επιλογές του εξαντλούνται στη θέαση διαφορετικών τηλεοπτικών προγραμμάτων; Τί να του κάνουν του νέου τα επιδόματα όταν δεν έχει κανένα κίνητρο να δουλέψει, να δημιουργήσει, όταν το πρότυπο που καλλιεργείται είναι το «εδώ και τώρα τα παίρνεις όλα»; Ή όταν ακόμα δε μπορεί να βρει μια δουλειά;
Στη δημοκρατία, αντίθετα με όσα λένε, υπάρχουν αδιέξοδα όταν δεν υπάρχει καμία συνέπεια μεταξύ λόγων και πράξεων, μεταξύ εξαγγελιών και πράξεων, μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού, μεταξύ του χθες και του σήμερα. Οι ευθύνες βαραίνουν τα μείζονα πολιτικά κόμματα της χώρας, τα οποία αναλογικά έχουν οδηγήσει τον πληθυσμό σε μια προχωρημένη σύγχυση. Το αξιακό κενό της Ελλάδας αντικατοπτρίζεται παντού, σε ιδιωτικές συζητήσεις, στο δημόσιο διάλογο. Μιλάμε για ένα φαινόμενο που έχει γενικευτεί και αγγίζει πραγματικά την ψυχοπαθολογία. Το αδιέξοδο είναι η ίδια η αίσθηση θλίψης που έχουν οι πολίτες όταν απαντούν στις έρευνες, και βγαίνουν οι πιο ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΜΕΝΟΙ απ’ όλους τους λαούς της Ευρώπης.
Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σ’ ένα πραγματικό αδιέξοδο. Αυτή τη στιγμή ίσως μια νέα κυβέρνηση, ένας νέος πρωθυπουργός να ετοιμάζεται πιθανώς να κυβερνήσει, δίχως τη διάθεση όμως να κάνει πραγματικές τομές στη ζωή της χώρας. Πιθανώς σχεδιάζει κι εκείνος μια νέα κοστολόγηση της ζωής του πολίτη. Διαβάζω συζητήσεις, που μόνο ως παρωδίες διαλόγων θα μπορούσε ένας σοβαρός άνθρωπος να τις χαρακτηρίσει, σχετικά με τη διενέργεια εκλογών και το «δημοσκοπικό προβάδισμα» της αντιπολίτευσης, και καταλαβαίνω ότι αυτά τα ίδια τα κόμματα έχουν γηπεδοποιήσει τα πάντα, ακόμα και τους εαυτούς τους.
Όμως για να αποκτήσει αξία η ζωή σ’ αυτή τη χώρα, πρέπει επιτέλους η ζωή να γίνει πραγματικά ακριβή. Πρέπει επιτέλους τα κόμματα να πληρώσουν με αυτοκριτική, με αλλαγές, με έλεγχο, με αποκεντρώσεις, με τομές, με αλλαγή παραδείγματος. Να λογοδοτήσουν με ειλικρίνεια απέναντι στην κοινωνία, δημοκρατικά, ανοιχτά, τολμηρά, άφοβα. Η λύση δε βρίσκεται ούτε στη βία, ούτε στην επιβολή, ούτε στο σπαραγμό, ούτε βέβαια στις επικοινωνιακές τακτικές. Η λύση βρίσκεται στη γνώση, στην παιδεία, στη συνάντηση με τον Άλλο, στις αποφάσεις, στη συνεργασία. Ο κόσμος μπορεί να ασφυκτιά, να φοβάται, και να απογοητεύεται, αλλά σίγουρα κάτι περιμένει, σε κάτι ζητά να ελπίσει. Αυτό δε θα έρθει βέβαια ούτε με τη βία, ούτε με έκτακτα μέτρα κι επιδόματα. Θα έρθει μόνο με την έμπνευση και το παράδειγμα ανθρώπων με αξίες, που αυτοπροσδιορίζονται όπως επιθυμούν. Θα έρθει με τη συζήτηση και την εγκαθίδρυση ενός νέου αξιακού συστήματος που θα βάζει ψηλά τον άνθρωπο, τη ζωή, και γιατί όχι; την Ποίηση!
(Κι επειδή βλέπω να πληθαίνουν και να δυναμώνουν φωνές που καλούν σε βίαιη δράση θέλω σαν τον Μπάρτλεμπι το γραφιά να πω «θα προτιμούσα, όχι!». Όπως είπα πρόσφατα σε απάντηση του σχολίου του futura «δεν επιθυμώ να βάψω τα χέρια μου με κανενός το αίμα»).
Αγαπητέ Μανώλη,
Όποιος γενικεύει χωρίς να το συνειδητοποιεί, υποπίπτει σε συγγνωστή πλάνη. Όποιος γενικεύει εν γνώσει του, δεν βοηθά κανέναν άλλον πλην – ίσως – του εαυτού του.
Χαιρετώ.
Αγαπητέ κύριε Ανδριωτάκη,
Υπερθεματίζω σε όσα υποστηρίζετε στο κειμενό σας. Ως νέος άνθρωπος, θεωρώ εαυτόν άμεσα θιγόμενο από τον κόσμο που μου έχουν επιφυλάξει οι μεγαλύτεροι. Η αντίδραση- ιδίως όταν δεν καλύπτεται από μια κουκούλα-έρχεται ως φυσικό επακόλουθο. Μια αντίδραση σε μια σειρά από κατεστημένες μορφές επιβολής γύρω μας: το εκπαιδευτικό σύστημα είναι μια νόμιμη μορφή επιβολής, η ανεργία είναι μια νόμιμη μορφή επιβολής, η εκάστοτε εξουσία είναι μια νόμιμη μορφή επιβολής, η αναξιοκρατία είναι μια νόμιμη μορφή επιβολής, οι πελατειακές σχέσεις είναι μια νόμιμη μορφή επιβολής, η αστυνομική αυθαιρεσία είναι μια νόμιμη μορφή επιβολής.
Ασφαλώς, η κατάσταση απέχει αρκετά απο το να χαρακτηριστεί ως κοινωνική εξέγερση, αλλά κανείς πλέον θα μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν γνώριζε.
Με εκτίμηση,
Αλέξης Καζαντζίδης.
Αλέξη, συμφωνώ. Η αντίδραση είναι θεμιτή. Το θέμα όμως είναι εναντίον ποιών κατευθύνεται κι επίσης, ποιό είναι το αίτημά της.
Δυστυχώς όμως ότι νέο ή όποια αλλαγή έχει συμβεί στον κόσμο ήταν το αποτέλεσμα και βίας.
Και γω «θα προτιμούσα όχι», όπως ο Μπάρτλεμπι, όμως ο καθένας αγωνίζεται με τα μέσα που έχει!
Δεν μπορώ να κλάψω για τις σπασμένες τράπεζες ούτε για τα υποκαταστήματα των πολυεθνικών εταιρειών, τα οποία θα ξαναφτιαχτούν από τις ασφάλειες τους, τρώγωντας πάλι και κάνα φράγκο παραπάνω!
Δεν μπορώ να κλάψω για τα πανάκριβα μαγαζιά με τις φίρμες που πουλάνε ένα μπλουζάκι από 30 euro χονδρική στα 250 euro λιανική. Το θεωρώ αισχρό!
Κατά τα άλλα ναι! Και γω είμαι κατά της βίας και υπέρ των φιλειρηνικών διαδηλώσεων.
Ένα πράγμα θα επιθυμούσα παραπάνω. Να υπήρχε και ιδεολογικά πιο ξεκάθαρος στόχος απ’ ότι υλικός, «σπασμένα τζάμια κ.λπ.»
Το έλλειμα ανθρώπων με πολιτικό όραμα και η παγερή σιωπή των ανθρώπων της τέχνης είναι θλιβερό. Μέχρι να εμφανιστούν οι πρώτοι και να ενώσουν τον κόσμο κάτω από μια ιδέα, και να αποφασίσουν οι δεύτεροι να πάρουν πιο ενεργό μέρος στη ζωή που βρίσκεται έξω από τον εαυτόν τους, ο στόχος θα παραμένει η τζαμαρία!
Ναι φίλε μου, και βίας. Αλλά η ιστορία, με τον Γκάντι μπροστά, έχει δείξει ότι και η άρνησή της, δύναμη είναι. Αλλά τέτοια ώρα, τέτοια λόγια, ε;
Thanks, Manolis. I was wondering how long it would take before someone would refer to the unavoidable example of Gandhi… the most non-violent and by far the most effective dissenter of the last century, who proved the hollowness of band-standing and lofty rhetoric such as we are presently witnessing, merely by his silent actions (speaking far louder than any screamed words or explosions). No he didn’t shoot anyone or burn anyone’s house – he did something far more active and far more dangerous (and which required infinitely more strength and courage).
Sorry for the English… I can read most of the Greek, but I can’t (yet) write it…
Rowan no problem for the english. I totally agree with you. In fact, Ghandi’s paradigm isn’t popular in Greece. Here, activists and the Left in general, refers always to Che Guevara…
Συμφωνώ με το άρθρο της Le Monde και πιστεύω πως το μεγάλο μυστικό βρίσκεται στο σημείο «από τα βαλκάνια στην ευρώπη». Τα περισσότερα δεινά της ελληνικής κοινωνίας (φακελάκια, διαφθορά, «δημοσιοϋπαλληλίκι», σύνδεση εκκλησίας-κράτους κλπ) είναι κατάλοιπα του οθωμανικού-βαλκανικού παρελθόντος μας. Βιώνουμε καθημερινά μία σύγκρουση δύο αντίθετων δυνάμεων: της δυτικής ευρώπης και του βαλκανικού παρελθόντος, που εκφράζεται από το αν θα βαφτίσουμε το παιδί μας με το όνομα του παππού (και αν θα το βαφτίσουμε καν) μέχρι στο να αντιμετωπίζουμε σκάνδαλα τύπου Βατοπεδίου.