«Η τηλεδημοκρατία δεν είναι μονόδρομος»

Γιώργος Πλειός

Ο Γιώργος Πλειός είναι Αναπληρωτής Καθηγητής και Πρόεδρος του τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Κεντρικός άξονας των εργασιών του είναι η μελέτη ων σχέσεων μεταξύ κοινωνίας και ΜΜΕ, ειδικότερα δε μεταξύ εικόνας, ιδεολογίας και κοινωνίας. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το καινούργιο του βιβλίο με τίτλο Η κοινωνία της ενημέρωσης. Ειδήσεις και νεωτερικότητα απ’ τις εκδόσεις Καστανιώτη. Με αυτή την αφορμή του έθεσα μερικές ερωτήσεις για τα Μέσα Ενημέρωσης, το παρόν και το μέλλον τους σε σχέση με την κοινωνία, καθώς και για αρκετά άλλα. Απολαύστε τον να μιλά για το «σκυλάδικο της ενημέρωσης», για την ενημερωδιασκέδαση, και την τηλεδημοκρατία.

Τί πραγματεύεται το νέο σας βιβλίο;

Το κύριο ζήτημα που εξετάζω στο νέο μου βιβλίο είναι η εξέλιξη των ειδήσεων από την απαρχή της νεωτερικότητας μέχρι τη σύγχρονη κοινωνία, η οποία εκτός των άλλων χαρακτηρίζεται και ως κοινωνία της πληροφορίας ή ως κοινωνία των μέσων. Από την έρευνά μου προκύπτει ότι κατά τη διαδρομή της νεωτερικότητας υπάρχουν τρία βασικά στάδια στην εξέλιξη των ειδήσεων. Στο πρώτο στάδιο που διαρκεί από την εμφάνιση των εφημερίδων μέχρι περίπου τα μισά ή τα τέλη του 19ου αιώνα και το οποίο αποκαλώ συμβατικά στάδιο της «ειδησεογραφίας», το κύριο χαρακτηριστικό των ειδήσεων είναι ο διαχωρισμός των γεγονότων από τις αξίες, δηλαδή ο διαχωρισμός των πληροφοριών για πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές εξελίξεις ή γεγονότα, από την ερμηνεία, την αξιολόγηση, την αποτίμηση αυτών των γεγονότων από τη μια ή την άλλη ιδεολογική, θρησκευτική ή άλλη οπτική γωνία. Εδώ διαμορφώνεται και η παράδοση περί αντικειμενικότητας των ΜΜΕ και ιδιαίτερα της ενημέρωσης, ασχέτως αν κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να υπήρξε ούτε μπορεί και να υπάρξει ποτέ. Είναι ένα πράγμα ο σεβασμός των γεγονότων και άλλο πράγμα πως τα εξηγούμε. Ωστόσο ακόμα και η πιο περιγραφική αποτύπωση των γεγονότων δεν μπορεί να απαλλαγεί από την υποκειμενική ματιά. Έτσι ο κόσμος που στην πληροφόρηση είναι πάντοτε ένα μίγμα απόδοσης των πραγματικών γεγονότων (που τονίζω ότι οφείλουμε να σεβόμαστε χωρίς παραμόρφωση ή απόκρυψη) και υποκειμενικής αξιολόγησης. Για το λόγο αυτό και είναι μάλλον αδύνατη η αντικειμενικότητα. Περισσότερο την αναζητάμε παρά είναι υπαρκτή.
Το δεύτερο στάδιο στην εξέλιξη των ειδήσεων που ξεκινά περίπου από τα τέλη του 19ου αιώνα και διαρκεί περίπου μέχρι και τη περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, το αποκαλώ συμβατικά «περίοδο της δημοσιολογίας». Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου είναι η προπαγάνδα υπό την ευρεία έννοια, είτε ως πολιτική προπαγάνδα είτε ως εμπορική προπαγάνδα, η οποία καθορίζει τα θέματα της πληροφόρησης και τον τρόπο προσέγγισής τους στο περιεχόμενο. Το ανάλογο συμβαίνει και πέρα από την ενημέρωση, στις υπόλοιπες κατηγορίες προγράμματος ή περιεχομένου. Πολύ γενικά, μπορούμε να πούμε ότι όσο σημαντικά είναι τα γεγονότα που καλύπτει η ενημέρωση, άλλο τόσο σημαντική είναι και η αξιολόγηση, ερμηνεία τους, από πολιτική – ιδεολογική ή εμπορική σκοπιά, αντίθετα προς την περίοδο της ειδησεογραφίας που τη μεγαλύτερη σημασία στην πληροφόρηση έχει η καταγραφή των γεγονότων. Σε θεσμικό η δημοσιογραφία πέρα από την αναζήτηση της «αλήθειας» κατευθύνεται είτε από πολιτικές σκοπιμότητες και φορείς είτε από εμπορικούς. Η κορύφωση αυτής της περιόδου είναι ο Ψυχρός Πόλεμος, ιδιαίτερα κατά την τελευταία φάση του τη δεκαετία του ’80.
Τέλος διαπιστώνεται η ύπαρξη μιας νέας περιόδου στην εξέλιξη των ειδήσεων, στην οποία έχουμε εισέλθει εδώ και πολύ καιρό και που πολύ γενικά μπορούμε να χαρακτηρίσουμε ως ενημέρωση ή ευχάριστη πληροφόρηση. Αυτό δεν χαρακτηρίζει μόνο τη δημοσιογραφία αλλά γενικότερα όλη της σφαίρα της πληροφορίας και με την έννοια αυτή την κοινωνία της πληροφορίας. Με άλλα λόγια το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της πληροφόρησης σήμερα δεν είναι τόσο η επικέντρωση στα γεγονότα όσο η επικέντρωση στην ερμηνεία, την αξιολόγηση, την εκδοχή των γεγονότων με κριτήριο τα συναισθήματα που μπορεί να γεννήσει η πληροφόρηση. Ένα ακόμα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της πληροφόρησης είναι η εξίσωση όλων των πληροφοριών, επιστημονικών και μη, χρηστικών και ψυχαγωγικών, αξιόπιστων και αναξιόπιστων πληροφοριών κοκ. Στο επίπεδο του συνολικού περιεχομένου των μέσων, λ.χ. του τηλεοπτικού και ραδιοφωνικού προγράμματος ή του διαδικτύου υποχωρούν σημαντικά οι διαφορές ανάμεσα στις επιμέρους κατηγορίες. Έτσι ένα δελτίο τείνει να μοιάζει με ένα talk show, ένα σήριαλ με ένα talent show, μια ψυχαγωγική εκπομπή με μια ενημερωτική και όλα αυτά μεταξύ τους. Το κριτήριο δεν είναι η αξιοπιστία των πληροφοριών, αλλά ο αντίκτυπός τους στα συναισθήματα του κοινού, ανεξάρτητα από τα ιδεολογικά, πολιτικά, θρησκευτικά, αισθητικά κ.ά. κριτήρια του. Συνοπτικά τα χαρακτηριστικά της πληροφόρησης, όπως λ.χ. των ειδήσεων είναι τα εξής: η σταδιακή κυριαρχία των νέων μέσων και ιδιαίτερα του διαδικτύου, η κυριαρχία της ερμηνείας έναντι της περιγραφής γεγονότων, η υποχώρηση της ιδεολογικής προσέγγισης έναντι πολλαπλών άλλων οπτικών γωνιών, η εξαιρετική διεύρυνση της θεματολογίας των ειδήσεων και γενικότερα της πληροφόρησης, η κυριαρχία της ενημερωδιασκέδασης – που είναι η πεμπτουσία της ευχάριστης πληροφόρησης ή ενημέρωσης, ο εκδημοκρατισμός της πληροφόρησης και η αναστοχαστικότητα, ιδιαίτερα η κριτική ή και καχύποπτη στάση μας απέναντι στην πληροφόρηση ανεξάρτητα από το γεγονός πως ο σύγχρονος πολίτης μπορεί να είναι news junkie.

Ποιά είναι τα χαρακτηριστικά της κοινωνίας της ενημέρωσης και ποιές είναι οι διαφορές της απ’ τις παρελθούσες κοινωνίες;

Κατ’ αρχήν η κοινωνία της ενημέρωσης είναι μια κοινωνία της πληροφορίας αλλά όχι μιας οποιαδήποτε πληροφορίας, αλλά εκείνης που μπορεί να είναι κυρίως ευχάριστη και γι’ αυτό να καταναλώνεται. Κι αυτό δεν ισχύει μόνο στα ΜΜΕ που χρησιμοποιούμε στον ελεύθερο χρόνο. Ισχύει εξίσου και στα επιστημονικά κείμενα, τα πάσης φύσεως πληροφοριακά – χρηστικά μηνύματα, όπως λ.χ. για τον καιρό, την κίνηση στους δρόμους κ.ά., στα μηνύματα που απευθύνουν οι επιχειρήσεις στο κοινό τους, στον πολιτικό λόγο, στο λόγο θρησκευτικών λειτουργών κοκ.
Κατά δεύτερο λόγο στην κοινωνία της ενημέρωσης η παραγωγή και διακίνηση πληροφοριών, ευχάριστων πληροφοριών, γίνεται αναγκαία όπως η παραγωγή και διακίνηση τροφής, νερού, πρώτων υλών κ.λπ. κάποτε, αλλά και πέρα από αυτό τείνει στη γεωμετρική αύξηση του ρυθμού με τον οποίον παράγονται αυτές οι πληροφορίες.
Κατά τρίτο λόγο η κοινωνία της ενημέρωσης είναι μια κοινωνία των μέσων επικοινωνίας. Εννοώ με αυτό ότι τα μέσα επικοινωνίας παίζουν καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις που συμβαίνουν στην πολιτική, στην οικονομία ή αλλού. Για παράδειγμα ο πόλεμος στο Ιράκ προετοιμάστηκε πρώτα σε επικοινωνιακό επίπεδο και μετά σε επιχειρησιακό. Χωρίς το πρώτο θα ήταν αδύνατο το δεύτερο. Ή ακόμα, η στάση της πολιτικής ηγεσίας της Γερμανίας και άλλων χωρών έναντι της ελληνικής οικονομικής κρίσης, σε μεγάλο βαθμό επηρεάζεται από τις διαθέσεις του κοινού και οι οποίες με τη σειρά τους διαμορφώνονται από τον τρόπο που διαπραγματεύονται το ζήτημα τα ΜΜΕ. Κυρίως όμως στην κοινωνία της ενημέρωσης, τα μέσα επικοινωνίας ρυθμίζουν τη σχέση ανάμεσα στην οικονομία και την πολιτική, ανάμεσα στην πολιτική και τον πολιτισμό, γενικότερα ανάμεσα στους επιμέρους τομείς της κοινωνικής ζωής, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και παγκόσμιο. Ας σκεφτούμε λ.χ. ότι το διαδίκτυο δεν είναι μόνο αγωγός μέσα από τον οποίο παίρνουμε αμέτρητες ειδήσεις, τηλεοπτικά προγράμματα ή αναρτήσεις σε ιστολόγια. Το διαδίκτυο είναι επίσης το κυκλοφορικό σύστημα των σύγχρονων επιχειρήσεων όχι μόνο όταν είναι εξαπλωμένες στις τέσσερες γωνιές του πλανήτη αλλά ακόμα και αν λειτουργούν μέσα στα εθνικά ή και τοπικά όρια.
Τέταρτο, στις κοινωνίες της πληροφόρησης αίρονται οι διαφορές ανάμεσα στους διαφορετικούς τρόπους έκφρασης και επικοινωνίας. Όχι μόνο συνδυάζουμε όλα τα διαθέσιμα μέσα, εικόνα, ήχο, γραπτό λόγο κ.λπ. ταυτόχρονα, αλλά ξεπερνάμε και τις διαφορές ανάμεσα στους διαφορετικές μορφές επικοινωνίας.
Πέμπτο, στις κοινωνίες της ενημέρωσης ο πραγματικός κόσμος, τα γεγονότα λ.χ. με τα οποία καταπιάνονται οι ειδήσεις, δεν υπάρχουν ανεξάρτητα από τα μέσα και εν γένει από την ευχάριστη πληροφόρηση. Με άλλα λόγια ο πραγματικός κόσμος είναι αποτέλεσμα αυτής της αχανούς παραγωγής, διακίνησης και κατανάλωσης (ευχάριστων) πληροφοριών.
Έκτο, ως αποτέλεσμα αυτού το σημερινό κοινό μπορεί να είναι άμεσα αμέτοχο δεν είναι όμως ανίσχυρο απέναντι σε όσα συμβαίνουν τα παρακολουθεί από την οθόνη της τηλεόρασης ή του υπολογιστή. Το κοινό σήμερα, λόγω και της κατάρρευσης της ιεραρχικής δομής των μέσων, όπως συμβαίνει στα νέα μέσα, έχει όσο ποτέ άλλοτε δυνατότητες να ασκήσει παρέμβαση σε όσα συμβαίνουν στην οικονομία, την πολιτική και αλλού, όχι μόνο σε «μικρά» ζητήματα, λ.χ. αλλαγή κυκλοφοριακών ρυθμίσεων σε κάποια σημεία της πόλης, αλλά και σε μεγάλα, όπως είναι η εξωτερική πολιτική, η πορεία της οικονομίας κ.ά.

Όπως συνάγεται, τίποτα από όλα αυτά δεν χαρακτηρίζουν το παρελθόν, όπου οι άνθρωποι είναι δέσμιοι είτε του οδοστρωτήρα της οικονομικής αναγκαιότητας, των φυσικών περιορισμών, των πολιτιστικών και γλωσσικών περιορισμών, της έλλειψης γνώσεων κ.ά.

Πώς θα περιγράφατε το σημερινό τοπίο των Μέσων Ενημέρωσης στην Ελλάδα αλλά και στον πλανήτη;

Κατ’ αρχήν όπως προανέφερα, κάποτε τα μέσα επιδίωκαν, ή τουλάχιστον έτσι πίστευαν, να ανακαλύψουν την αλήθεια, να την κάνουν κτήμα όσο γίνεται ευρύτερου φάσματος ανθρώπων έτσι ώστε οι τελευταίοι να παίρνουν με αυτονομία της αποφάσεις τους είτε για την πορεία της ζωής τους είτε για να συμμετέχουν στα κοινά. Σήμερα τα μέσα, ιδιαίτερα τα λεγόμενα ‘παραδοσιακά’ όπως η τηλεόραση και το ραδιόφωνο, δεν παράγουν απλά πληροφορίες, άλλωστε η αξιοπιστία τους είναι ένα ζήτημα που έχει όλο και μικρότερη σημασία, αλλά εμπορεύματα. Και για να χρησιμοποιήσω έναν όρο από τη μαρξική πολιτική οικονομία, είναι εμπορεύματα των οποίων η χρηστική αξία συνίσταται στο να είναι χρήσιμα (χρηστικά εννοώ) αλλά ταυτόχρονα και ευχάριστα, παιγνιώδη, διασκεδαστικά. Ως εκ τούτου οι οργανισμοί ΜΜΕ δεν είναι τίποτε άλλο παρά εμπορικοί οργανισμοί, επιχειρήσεις με την κυριολεκτική σημασία της λέξης. Αν και το περιεχόμενο των ΜΜΕ αφορά κατ’ εξοχήν τον πολιτισμό, ωστόσο ακούγεται μόνο ως αστείο αν κάποιος προσδιορίσει τους οργανισμούς των ΜΜΕ (τους ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικού σταθμούς, τις εταιρείες που εκδίδουν τα περιοδικά και άλλα έντυπα κοκ) ως πολιτιστικές επιχειρήσεις.
Το παράδοξο είναι πως παρότι οι οργανισμοί ή επιχειρήσεις ΜΜΕ έχουν εμπορικό χαρακτήρα, δεν είναι κερδοφόρες επιχειρήσεις, ιδιαίτερα οι τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές. Η βιωσιμότητά τους εξασφαλίζεται όχι τόσο από τις «πωλήσεις» τους (λ.χ. τα διαφημιστικά έσοδα) όσο από το γεγονός ότι με τη λειτουργία τους εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητα και την κερδοφορία των ομίλων στους οποίους ανήκουν Αυτό είναι παγκόσμιο φαινόμενο και όχι μόνο ελληνικό. Ωστόσο η διαφορά του φαινομένου στην Ελλάδα σε σύγκριση με άλλες χώρες βρίσκεται στο γεγονός πως η βιωσιμότητα και η κερδοφορία των μητρικών ομίλων καθ’ ημάς εξασφαλίζεται με τη συνδρομή του κράτους. Φαντάζομαι δεν λέω κάτι καινούργιο, καθώς αναφέρομαι σε αυτό που είναι σε όλους μας γνωστό με τον όρο «διαπλοκή»., Και δεν είμαι καθόλου βέβαιος πως τα μέτρα λιτότητας θα την πλήξουν και θα ‘γιατρέψουν’, όπως ελπίζουν ή προφασίζονται κάποιοι, μια μεγάλη πληγή τόσο του συστήματος της ενημέρωσης όσο και του πολιτικού συστήματος, αλλά και της οικονομίας – κάτι που δεν το έχουμε προσέξει, δεν έχουμε προσέξει ότι η διαπλοκή βλάπτει σοβαρά την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων που διαπλέκονται.
Αν ξαναγυρίσω στο στενό πυρήνα των ΜΜΕ θα έλεγα πως σε ότι αφορά την πληροφόρηση, τις ειδήσεις, την ενημέρωση, η παγκοσμιοποίηση από τη μια και η αναζήτηση του κέρδους από την άλλη έχουν οδηγήσει όχι μόνο στην παραγωγή ψυχαγωγικών ειδήσεων αλλά και στο να μονοπωλείται η πληροφόρηση σε παγκόσμιο επίπεδο από λίγα, παγκόσμιας εμβέλειας ειδησεογραφικά πρακτορεία που καθορίζουν τι είναι σημαντικό και πως θα το αξιολογήσουμε. Εκατομμύρια πολίτες από τις πιο διαφορετικές χώρες και πολιτισμούς βλέπουν τα ίδια πλάνα από τα ίδια γεγονότα, στα οποία, ο τρόπος λήψης και οπτικής αφήγησης έχει ήδη καθορίσει σε μεγάλο βαθμό πως θα τα αξιολογήσουμε. Το φαινόμενο αυτό επικουρείται ή ενισχύεται και από τα λεγόμενα παγκόσμια μέσα, όπως λ.χ. το CNN ή το BBC, τα οποία κατά κανόνα προέρχονται από τις ΗΠΑ και λίγες ακόμα δυτικές χώρες. Κι αν η διαρκής ροή πληροφόρησης, που απαιτεί επαγγελματισμό, επενδύσεις, εκπαίδευση, αποτελεσματική οργάνωση κ.ά., χαρακτηρίζει τα δυτικού τύπου μέσα, όχι μόνο τα δυτικά, βλέπε το Al Jazeera, τα ελληνικά μέσα χαρακτηρίζονται από ακατάσχετη, συχνά τιποτολογική φλυαρία, που κάνει την τρίχα τριχιά, και ακόμα πιο συχνά προκατειλημμένη από πολιτική ή εθνική άποψη. Πολλά ελληνικά ΜΜΕ, ιδιαίτερα τηλεοπτικά, δεν είναι τόσο ειδησεογραφικού όσο talk show, μπερλουσκονικού τύπου μέσα. Είναι ψευδοενημερωτικά και συχνότατα προπαγανδιστικά μέσα, κι αυτό ισχύει λ.χ. όχι μόνο για την κρατική τηλεόραση, αλλά ακόμα περισσότερο για την ιδιωτική. Ανάμεσα στα άλλα κακά, μια συνέπεια αυτής της ποιότητας πληροφόρησης είναι πως το ρόλο του θεατή να κρίνει και αξιολογεί τα γεγονότα, τον αναλαμβάνουν τα ίδια τα μέσα με τα ατέρμονα talk show και συζητήσεις στις ειδήσεις με αποτέλεσμα να προσφέρουν μασημένη και συχνά πολιτιστικά, πολιτικά και ιδεολογικά τοξική τροφή και έτσι να ατροφεί η στάση του θεατή ως πολίτη. Γι’ αυτό ακόμα και στα πολιτικά γεγονότα με την πιο κυριολεκτική σημασία της λέξης πολλά ελληνικά μέσα ηθικολογούν, κινδυνολογούν, ή, πιο σπάνια, υμνολογούν. Ο κυνισμός των μέσων μπορεί να είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο αλλά η Ελλάδα ίσως είναι μια από τις πρωτεύουσες του φαινομένου. Τέτοια ΜΜΕ δεν βλάπτουν σοβαρά μόνο τη δημοκρατία, αλλά και αυτό που θα μπορούσαμε γενικά να χαρακτηρίσουμε ως δυτικό πολιτισμό. Τέτοιου τύπου μέσα είναι το ‘σκυλάδικο’ της πληροφόρησης.

Θεωρείτε ότι θα μπορούσαν τα Μέσα να γίνουν μέρος της λύσης στο γενικότερο πολιτικό και πολιτισμικό πρόβλημα;

Πριν συμβεί αυτό θα πρέπει τα μέσα να πάψουν να είναι τα ίδια πρόβλημα, δυστυχώς όμως αυτό αντί να μειώνεται γίνεται πιο έντονο. Μια πιθανή λύση είναι αφού κατ’ αρχήν δεχθούμε ότι τα Μέσα δεν είναι διαιτητές, αλλά παίκτες και διαιτητές ταυτόχρονα στο «παιχνίδι» που παίζεται στην πολιτική, στην οικονομία, στον πολιτισμό, στη συνέχεια να τα κάνουμε αντικείμενο συστηματικής, καθημερινής θα έλεγα, πλην όμως επιστημονικής παρατήρησης και ανάλυσης. Τα στελέχη των μέσων υποστηρίζουν με πάθος πως αποτελούν έναν καταγραφέα και παρατηρητή των γεγονότων, μερικοί μάλιστα προσθέτουν έναν κριτικό παρατηρητή της εξουσίας, μια οθόνη στην οποία βλέπουμε εμείς οι εκτός γηπέδου, ότι συμβαίνει μέσα στο γήπεδο της οικονομίας ή της πολιτικής. Αν όμως δεχθούμε, ότι είναι, όπως πιστεύω, όχι παρατηρητές όχι παίκτες, όχι οθόνες αλλά σκηνοθέτες, τότε χρειάζεται να γίνουν και αυτά αντικείμενο παρατήρησης και κριτικής ανάλυσης. Κάτι τέτοιο το κάνει το διαδίκτυο, για την ακρίβεια αρκετοί πρωταγωνιστές του, ιδιαίτερα στη μπλογκόσφαιρα, αλλά όχι με τον τρόπο που μπορεί να ακτινογραφήσει αδιαμφισβήτητα και συστηματικά το ρόλο των μέσων ως ενδέκατου παίκτη και διαιτητή. Από μια τέτοια προσπάθεια νομίζω ότι έχουν να κερδίσουν οι κοινωνίες, ίσως όχι όμως και οι εξουσίες. Γι’ αυτό δεν είμαι βέβαιος πως οι εξουσίες έχουν κάποιο κίνητρο να οργανώσουν μια τέτοια επίπονη και συχνά δαπανηρή προσπάθεια. Η λύση ίσως βρίσκεται στην κοινωνία πολιτών. Και ναι, αν το κάνουμε αυτό, τότε ανοίγουμε ή αρχίζουμε να βλέπουμε πολλούς από τους εναλλακτικούς δρόμους που μπορούμε να ακολουθήσουμε, Η τηλεδημοκρατία, ο τηλεπολιτισμός, οι τηλεσχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, η τηλεοικογένεια δεν είναι μονόδρομος, τουλάχιστον για την κοινωνία.

Ποιά είναι η γνώμη σας για την ενημερωδιασκέδαση;

Δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, αντίθετα έχει ζωή πάνω από έναν αιώνα στα ΜΜΕ. Φάνηκε με διακριτό τρόπο στη λεγόμενη νέα δημοσιογραφία στα τέλη του 19ου αιώνα στις ΗΠΑ, αλλά και στη Μ. Βρετανία. Στις ελληνικές εφημερίδες είναι έντονα ορατό ήδη από τη δεκαετία του ’70, σε ορισμένες περιπτώσεις ίσως και πιο πριν. Αυτό όμως που συμβαίνει σήμερα είναι ότι η ενημερωδιασκέδαση, αφενός έχει εισχωρήσει σε όλη της σφαίρα της πληροφόρησης, αφετέρου δε, και αυτό είναι το κυριότερο, έχει αποδεσμευθεί από οποιουσδήποτε ηθικούς, πολιτικούς και ιδεολογικούς κανόνες. Ο σκελετός της σήμερα είναι η άνευ όρων ψυχαγωγία και εντυπωσιασμός. Κι αυτό δεν θα ήταν κακό, δεν είναι κακό να έχεις λ.χ. προγράμματα κουτσομπολίστικου χαρακτήρα, όσο κακόγουστα κι αν είναι. Άλλωστε σε μια δημοκρατία και η κακογουστιά έχει δικαίωμα ύπαρξης. Κακογουστιά, κουτσομπολιό, προχειρότητα και φτήνια υπήρχε και τον καιρό του Μπαλζάκ, υπήρχε και την εποχή των μεγάλων σκηνοθετών των αρχών του προηγούμενου αιώνα, πάντοτε υπήρχε. Το κακό βρίσκεται στο ότι ενημερωδιασκέδαση σήμερα έχει ποτίσει τα περισσότερα κύτταρα της πολιτικής, της ειδησεογραφίας, της επιστημονικής και επιχειρηματικής πληροφόρησης. Δεν είναι πλέον σπυρί αλλά καρκίνος που κατατρώει τα πιο παραγωγικά όργανα στην τέχνη, στην πολιτική, την πληροφόρηση ή αλλού.

Ποιά είναι η συμβολή του Διαδικτύου στην ενημέρωση σήμερα, και ποιές είναι οι προοπτικές του;

Το τοπίο δεν έχει ακόμα ξεκαθαρίσει και υπάρχει ακόμα πολύς δρόμος να διανύσουμε. Κατ’ αρχήν ένα μεγάλο μέρος της πληροφόρησης στο διαδίκτυο αποτελείται από τις ηλεκτρονικές εκδόσεις των παραδοσιακών μέσων και συνεπώς εδώ ισχύει ότι και για τις off line εκδόσεις αυτών των μέσων. Σε ότι αφορά τη μπλογκόσφαιρα ενώ από άποψη πλήθους φωνών, εμβέλειας και δυνατοτήτων είναι ένας γίγαντας, από την άποψη της πληροφόρησης είναι ακόμα νάνος. Τα μπλογκς δεν έχουν ακόμα τη δυνατότητα να παράγουν δική τους πληροφόρηση καθώς κάτι τέτοιο απαιτεί επενδύσεις, οργάνωση και εκπαίδευση. Βέβαια υπάρχουν δημοσιογραφικά μπλογκς όμως αυτά συχνά ανήκουν ή συντηρούνται από δημοσιογράφους των παραδοσιακών μέσων που είτε δεν μπορούν είτε για λόγους σκοπιμότητας δημοσιεύουν εκεί τις πληροφορίες τους τις οποίες έχουν σκαρώσει με τη γνώριμη μανιέρα των εμπορικών ή κίτρινων off line μέσων. Τα υπόλοιπα είτε αναπαράγουν την πληροφόρηση αυτών των μέσων είτε τη σχολιάζουν. Συνεπώς από την άποψη της πληροφόρησης η μπλογκόσφαιρα είναι ακόμα ένας κοιμώμενος γίγαντας. Πιθανόν να ξυπνήσει αν συνεργαστεί με κοινότητες και οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών εκτός διαδικτύου, για τις οποίες το διαδίκτυο μπορούν να γίνουν και το πιο σημαντικό μέσο ύπαρξης.
Εκτός αυτού, αν μιλάμε για πληροφόρηση είναι σημαντικό να επιλυθούν, όσο γίνεται και ζητήματα που αφορούν την αξιοπιστία των πληροφοριών. Συχνά το ζήτημα αυτό συνδέεται με την ανωνυμία. Θα έλεγα ότι το πρόβλημα αυτό εμφανίζεται κυρίως στα δημοσιογραφικά μπλογκς που προανέφερα. Στην υπόλοιπη μπλογκόσφαιρα δεν είναι μεγάλο, ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη μας ότι περιορίζεται στην αναπαραγωγή κειμένων από τα παραδοσιακά μέσα ή το σχολιασμό τους.

Μπορείτε να σκιαγραφήσετε τα βασικά διακυβεύματα της δημοσιογραφίας και των Μέσων στη σύγχρονη εποχή;

Ναι, πρώτον ο σεβασμός στα γεγονότα. Όπως προανέφερα, είναι ένα πράγμα πως θα τα ερμηνεύσουμε και άλλο πράγμα να τα σεβαστούμε, να μην τα αλλοιώσουμε, να μην τα αποκρύψουμε. Δεύτερον πρέπει οι δημοσιογράφοι να αναπτύξουν μια κουλτούρα της ερμηνείας, της αξιολόγησης της αποτίμησης των γεγονότων. Να την απομακρύνουν από τον κώδικα της ηθικολογίας, της καταστροφολογίας ή της υμνολογίας. Τρίτο, να γίνουν περισσότερο αυτόνομοι όταν γίνονται δικαστές γεγονότων και πρωταγωνιστών στην πολιτική ή την οικονομία, να βασίζονται περισσότερο στη δική τους κρίση και λιγότερο στην πεπατημένη του συγκροτήματος ή της πολιτικής και άλλης ομηγύρεως, ακόμη και της επαγγελματικής. Τέταρτο, να εκπαιδευτούν στη χρήση όλων των σύγχρονων σημειωτικών μέσων, της εικόνας, του ήχου κοκ πέραν από αυτό της γραφής, και βέβαια να είναι ανοιχτοί και ενεργοί σε όλα τα νέα μέσα, να μην έχουν ή να εγκαταλείψουν την αμυντική και συχνά αριστοκρατικής τους στάση απέναντι σ’ αυτά τα μέσα. Πέμπτο, να αποκτούν όσο γίνεται εγκύκλια γνώση για το πεδίο ή τα πεδία τα οποία καλύπτουν. Αυτό άλλωστε είναι προϋπόθεση και για την αυτονομία τους. Έκτο να είναι ερευνητές όχι διαιτητές ανάμεσα σε αντίπαλες γνώμες και να αναλαμβάνουν την ευθύνη για το τελικό προϊόν. Να κλείνουν κάθε δουλειά τους χωρίς να χρειάζεται να λένε «τα συμπεράσματα δικά σας» Με δυο λόγια να είναι ταυτόχρονα και πολίτες, χωρίς καθόλου να υστερούν ως επαγγελματίες, αντίθετα να βελτιώνονται διαρκώς στον τομέα αυτό.

Τί μπορεί να μάθει ο σύγχρονος δημοσιογράφος απ’ την τρέχουσα επιστημονική έρευνα; Ποιές είναι οι τάσεις στην ενημέρωση;

Πολλά μα πάρα πολλά, κυρίως όμως θα δει τη γενική εικόνα, θα μάθει σε συμπυκνωμένη μορφή τα βασικά χαρακτηριστικά, τις αδυναμίες αλλά και τα θετικά της συνολικής δουλειάς που κάνουν οι δημοσιογράφοι, κερδίζοντας έτσι πολύ χρόνο στην προσπάθειά του να κατανοήσει τις νέες τάσεις, την κατεύθυνση των αλλαγών, τι δεν είναι πλέον βιώσιμο, τι ανατέλλει, τις εναλλακτικές διαδρομές που υπάρχουν στο επάγγελμα ή στον τρόπο άσκησης της δημοσιογραφίας.

Τί σας κάνει να αισιοδοξείτε για το μέλλον;

Ένα και μόνο ένα, το γεγονός ότι είμαστε υποχρεωμένοι, δεν έχουμε δηλαδή άλλη επιλογή παρά να προσπαθούμε να λύνουμε τα προβλήματα που έχουμε μπροστά μας. Οι άνθρωποι που έχουν οδό διαφυγής, ένα καταφύγιο ας πούμε, ένα οποιοδήποτε καταφύγιο, μπορεί να νοιώθουν μια πρόσκαιρη ανακούφιση από τα αδιέξοδα, αλλά δεν μπορούν να κοιτάζουν μπροστά με αισιοδοξία. Με άλλα λόγια αυτό που με κάνει αισιόδοξο είναι ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να είναι στο ρινγκ και όχι στην κερκίδα ή διαλέγουν μόνοι τους το καναβάτσο.

Παρατηρήσατε πρόσφατα κάποια εξέλιξη στον τομέα των media που πραγματικά σας εξέπληξε;

Ναι, ότι παρά την κρίση και παρά το γεγονός ότι πολλά μέσα δεν είναι κερδοφόρα, ακόμα δεν έχουν κλείσει, αν και υπήρξαν αναταράξεις, λ.χ. απολύσεις. Δεν εύχομαι να συμβεί κάτι τέτοιο, το αντίθετο μάλιστα, απλά το θεωρούσα ως λογική κατάληξη. Ωστόσο αυτό δείχνει ότι η ελληνική τηλεόραση είναι μια τηλεόραση που μπορεί να υπάρχει και χωρίς δημοσιογράφους. Και με αυτό το δεδομένο η σκέψη μου ξαναγυρνάει στη Mediaset (τον όμιλο του Μπερλουσκόνι).
Εκτός αυτού εκείνο που με εξέπληξε είναι η ταχύτητα με την οποία η κοινή γνώμη στην Ελλάδα έχει συνειδητοποιήσει ότι τα μέσα δεν είναι διαιτητές αλλά παίκτες. Ίσως σ’ αυτό συνέβαλε και η στάση των μέσων απέναντι στην κρίση, τις αιτίες της, τα μέτρα λιτότητας κ.ά. Αν παρατηρήσουμε προσεκτικά, η αντιπαράθεση προς τα μέσα έχει γίνει ζήτημα πρώτης γραμμής για πολλές οργανώσεις, συνδικάτα κ.ά. κατά τις πρόσφατες κινητοποιήσεις εναντίον των μέτρων λιτότητας. Παρά την απόσταση που μας χωρίζει από τους δυτικούς μας συντοπίτες στην ΕΕ, η ελληνική κοινωνία, πιθανόν για διαφορετικούς λόγους, αποκτά κάποια από τα σημαντικά γνωρίσματα της κοινωνίας της ενημέρωσης.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Ευχαριστώ κι εγώ.

(Γνωστ. Γνωρίζω προσωπικά τον κύριο Πλειό, αλλά δεν έχω καμία σχέση με τις εκδόσεις Καστανιώτη)


Σχόλια

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.