Αλλεπάλληλες ορδές μαθητών δε θα μάθουν ποτέ την ουσία της γοητείας της ανακάλυψης, δε θα πειραματιστούν με τις εν υπνώσει δεξιότητές τους, δε θα συμπράξουν στην επίτευξη ενός ομαδικού έργου.
Γράφει ο Διονύσης Κάρδαρης
Καθ’ όλη τη σχολική πραγματικότητα η οποία συμφύεται της εποχής της μεταπολίτευσης1 –και δη στην πιο βολονταριστική της φάση– έννοιες όπως ευγενής άμιλλα ή σχολική πρόοδος αποτιμούνταν αναφορικά με το αναπόδραστο τρίπτυχο βαθμοθηρία-εύνοια καθηγητών-έπαινος. Ωσάν να ήταν εκείνη η φόρμουλα η μοναδική στενωπός προς τη γνώση και την περιπόθητη κοινωνική καταξίωση…
Όσον αφορά στην κοινωνική καταξίωση, η ψευδαίσθηση επιβίωσε για μια δεκαετία περίπου προτού αναζητήσουμε νέα σημαινόμενα. Η δε γνώση, υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να παραμένει ακόμη σε εκκρεμότητα.
Το αποτέλεσμα της άνωθι διττής στρέβλωσης την οποία υπαινιχθήκαμε, ενσαρκώνεται στη σταθερή απαξίωση του εκπαιδευτικού συστήματος, στην ανάδυση ελλειμματικών πολιτών οι οποίοι στελέχωσαν το κρατικό οργανόγραμμα, και κυρίως στην παντελή αμηχανία διαχείρισης και συμμετοχής στην παγκόσμια γνώση. Ενίοτε οι εξαιρέσεις μας αποστομώνουν, γρήγορα όμως τις αποσιωπούμε με τη σειρά μας όχι δίχως περισσή πικρία…
Δίχως modusoperandi, έχοντας ως δόγμα μια κακοφορμισμένη πατριδογνωσία, αγνοώντας την τεχνολογία ως πεδίο μαθησιακών εφαρμογών, και με πενιχρές προσλαμβάνουσες του πολιτιστικού γίγνεσθαι τύχαμε εξαιρετικά φειδωλών υποδομών ενθάρρυνσης ενώ εκ διαμέτρου αντίθετα οι οικογένειές μας, εν μέρει δικαιολογημένα, μάς ανέθρεψαν μέσα στο σύνδρομο της μοναδικότητας με αποτέλεσμα να μας έχει διαποτίσει η παράνοια του ανέφικτου και η μελαγχολία του διαπροσωπικού…
Βαθμοθηρία αντί για διανοητική εγρήγορση, ευνοιοκρατία αντί για διαλεκτική συσχέτιση, έπαινος αντί για τη χαρά της δημιουργικής αναζήτησης : ήτοι μηδενική επιτέλεση σε όλο το φάσμα του τριπτύχου. Δυστυχώς δε διαθέτω στατιστική τεκμηρίωση η οποία θα προσέδιδε θελκτική επιστημοσύνη στα λεγόμενά μου, καταγράφοντας το μέτρο και τις διαστάσεις της αναλισκόμενης, εν κενώ, εκπαιδευτικής ενέργειας. Φοβούμαι πως κάτι τέτοιο θα έκανε τις διαπιστώσεις ζοφερότερες και απ’ την πιο ευφάνταστη ιμπρεσιονιστική παρατήρηση.
Μακρυά απ’ την πτωχεία του σχολικού περιβάλλοντος η ελληνική οικογένεια καλείται ν’ αναπληρώσει υπέρ το δέον και προς πάσα κατεύθυνση, προσχωρώντας μάλλον συνειδητά σ’ έναν επιβιώνοντα μεσαιωνισμό. Τουτέστιν η κοινωνική κινητικότητα περιέρχεται περίτρανα εντός των ορίων της ιδιοτέλειας. Το εναρκτήριο πλήγμα στην πολιτειότητα δεν έχει νομικό περιεχόμενο, εμφωλεύεται σ’ αυτά τα πρώιμα κίβδηλα χρόνια.
Αλλεπάλληλες ορδές μαθητών που δε θα μάθουν ποτέ την ουσία της γοητείας της ανακάλυψης, δε θα πειραματιστούν με τις εν υπνώσει δεξιότητές τους, δε θα συμπράξουν στην επίτευξη ενός ομαδικού έργου. Αναπόφευκτα ο κατ’ ιδίαν χώρος γίνεται αρωγός λαβωμένης ατομικότητας καθώς καθίσταται ζωτικής ανάγκης η αναγνώριση ελλείψει πραγματικών κινήτρων και κυρίως η κατοχύρωση αμφίβολων κεκτημένων. Γενιές οχυρωμένων ανθρώπων με εμφυλιακή κληρονομικότητα.
Ασφαλώς δεν επικαλούμαστε παρθενογένεση των οικείων φαινομένων, και σίγουρα και στο παρελθόν διψασμένοι μαθητές/σπουδαστές/ερευνητές υποχρεώθηκαν να αυτοσχεδιάσουν με απρόβλεπτες συνέπειες όσα οι θεσμοί περιφρονούσαν. Εντούτοις άλλοτε, ένας περισσότερο ακατέργαστος κοινωνικός ιστός άφηνε περιθώρια εναλλακτικού λειτουργισμού (βλέπε ουκ ολίγοι μαθήτευσαν επαρκέστατα2 δίχως να διαθέτουν κάποιο πτυχίο και τα κατάφεραν εντέλει, καθώς λέμε, στη ζωή τους). Σήμερα το ακριβώς αντίστροφο προκαλεί θλίψη…
Όταν ο άλλος δε θεωρείται συνοδοιπόρος στην περιπέτεια της γνώσης αλλά αντίπαλος σε μια κλήρωση με ευτελή παρόλα ταύτα κερδοφορία, όταν το αισθητικό χάσμα ιδιωτικού-δημόσιου βαθαίνει απροσμέτρητα, όταν η δωδεκαετής τουλάχιστον δαπάνη (και όχι επένδυση) ζωής στα θρανία δεν είναι συνώνυμη μιας μοναδικής και αναντικατάστατης εμπειρίας η οποία αυτή καθαυτή θα άξιζε να βιωθεί, όταν εσχάτως προελαύνει ο φόβος ότι για όσα δε μεριμνήσαμε έρχεται η ειμαρμένη να τα καταργήσει εν μία νυκτί αντί να τα θεραπεύσει, όταν…
Οι σύγχρονες ανεπτυγμένες κοινωνίες έχουν την τάση να παρουσιάζουν ως επιτεύγματα «αναγκαίες» λύσεις σε πρότερα δικά τους συντονισμένα σφάλματα. Η ακόλουθη εξίσωση:
Αποτυχία <=> Επίτευγμα
ευκταίο είναι να εννοηθεί ως ευκαιρία επιλογής, αυτής (<=) ή της άλλης (=>) φοράς.
Ο προσδιορισμός είναι καθαρά χρονικής και όχι ποιοτικής υφής σε αυτή τη φάση του προβληματισμού.